Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4768 Κύρωση της Πολυμερούς Σύμβασης για την εφαρμογή των μέτρων που σχετίζονται με τις φορολογικές συμφωνίες για την πρόληψη της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών.

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 4768/2021

ΦΕΚ 11/Α/26-1-2021

Κύρωση της Πολυμερούς Σύμβασης για την εφαρμογή των μέτρων που σχετίζονται με τις φορολογικές συμφωνίες για την πρόληψη της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Άρθρο πρώτο Κύρωση Πολυμερούς Σύμβασης

ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗΣ ΚΕΡΔΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΟΡΩΝ

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης

Άρθρο 2 Ερμηνεία των Όρων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ ΥΒΡΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ

Άρθρο 3 Διαφανείς οντότητες

Άρθρο 4 Οντότητες με διπλή έδρα

Άρθρο 5 Εφαρμογή μεθόδων για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 6 Σκοπός μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας

Άρθρο 7 Πρόληψη κατάχρησης των Συμβάσεων

Άρθρο 8 Συναλλαγές μεταβίβασης μερισμάτων

Άρθρο 9 Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών ή δικαιωμάτων σε οντότητες των οποίων η αξία προέρχεται κυρίως από ακίνητη περιουσία

Άρθρο 10 Αντικαταχρηστικός κανόνας για μόνιμες εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε τρίτες δικαιοδοσίες

Άρθρο 11 Εφαρμογή των Φορολογικών Συμφωνιών για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΑΠΟΦΥΓΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

Άρθρο 12 Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών

Άρθρο 13 Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων

Άρθρο 14 Κατάτμηση των συμβάσεων Άρθρο 15 Ορισμός του στενά συνδεδεμένου με μία επιχείρηση προσώπου ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρθρο 16 Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού

Άρθρο 17 Αντίστοιχες διορθώσεις

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙ

ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

Άρθρο 18 Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI

Άρθρο 19 Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία

Άρθρο 20 Διορισμός Διαιτητών

Άρθρο 21 Εμπιστευτικότητα της Διαιτητικής Διαδικασίας

Άρθρο 22 Επίλυση μίας υπόθεσης πριν την ολοκλήρωση της Διαιτησίας Άρθρο 23 Τύπος Διαιτητικής Διαδικασίας

Άρθρο 24 Συμφωνία για διαφορετική επίλυση

Άρθρο 25 Έξοδα Διαιτητικής Διαδικασίας Άρθρο 26 Συμβατότητα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27 Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση

Άρθρο 28 Επιφυλάξεις Άρθρο 29 Γνωστοποιήσεις

Άρθρο 30 Μεταγενέστερες τροποποιήσεις των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών Άρθρο 31 Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών

Άρθρο 32 Ερμηνεία και Εφαρμογή

Άρθρο 33 Τροποποίηση

Άρθρο 34 Έναρξη ισχύος

Άρθρο 35 Έναρξη εφαρμογής

Άρθρο 36 Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI

Άρθρο 37 Αποχώρηση

Άρθρο 38 Σχέση με Πρωτόκολλα

Άρθρο 39 Θεματοφύλακας

Άρθρο δεύτερο Μρωση των επιφυλάξεων και γνωστοποιήσεων σχετικά με την Πολυμερή Σύμβαση Άρθρο τρίτο Εξουσιοδοτικές διατάξεις Άρθρο τέταρτο Έναρξη ισχύος

 

Άρθρο πρώτο

Κύρωση Πολυμερούς Σύμβασης

Κυρώνεται και έχει την ισχύ, που ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος, η Πολυμερής Σύμβαση για την εφαρμογή των μέτρων που σχετίζονται με τις φορολογικές συμφωνίες για την πρόληψη της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και της μετατόπισης κερδών, η οποία υιοθετήθηκε στο Παρίσι στις 24 Νοεμβρίου 2016 και υπεγράφη από την Ελληνική Δημοκρατία στις 7 Ιουνίου 2017, το κείμενο της οποίας σε πρωτότυπο στην αγγλική και γαλλική γλώσσα και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα έχει ως εξής:

(Ακολουθεί το κείμενο της Σύμβασης στην Αγγλική γλώσσα για το οποίο βλέπε στο οικείο ΦΕΚ)

 

ΠΟΛΥΜΕΡΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΗΣ ΔΙΑΒΡΩΣΗΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗΣ

ΚΕΡΔΩΝ

Τα Συμβαλλόμενα μέρη στην παρούσα Σύμβαση,

Αναγνωρίζοντας ότι οι κυβερνήσεις χάνουν σημαντικά εταιρικά φορολογικά έσοδα λόγω του επιθετικού διεθνούς φορολογικού σχεδιασμού που έχει ως αποτέλεσμα την τεχνητή μετατόπιση κερδών σε εδάφη όπου αυτά δεν υπόκεινται σε φορολογία ή υπόκεινται σε μειωμένη φορολογία,

Έχοντας επίγνωση ότι η διάβρωση της φορολογικής βάσης και η μετατόπιση κερδών (στο εξής «ΔΦΒΜΚ») είναι ένα μείζον ζήτημα όχι μόνο για τις βιομηχανικές χώρες αλλά και για τις αναδυόμενες οικονομίες και τις αναπτυσσόμενες χώρες,

Αναγνωρίζοντας τη σημασία της διασφάλισης ότι τα κέρδη φορολογούνται εκεί όπου πραγματοποιούνται ουσιαστικές οικονομικές δραστηριότητες που παράγουν τα κέρδη και όπου δημιουργείται η αξία,

Χαιρετίζοντας τη δέσμη μέτρων που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του έργου ΔΦΒΜΚ των ΟΟΣΑ^20 (εφεξής «πακέτο ΔΦΒΜΚ των ΟΟΣΑ^20»),

Επισημαίνοντας ότι το πακέτο ΔΦΒΜΚ των ΟΟΣΑ^20 περιελάμβανε μέτρα για την αντιμετώπιση ορισμένων υβριδικών αναντιστοιχιών, για την αποφυγή κατάχρησης των Συμβάσεων, για την αντιμετώπιση της τεχνητής αποφυγής μόνιμης εγκατάστασης και για τη βελτίωση της επίλυσης διαφορών, τα οποία συνδέονται με το αντικείμενο των φορολογικών Συμφωνιών.

Έχοντας επίγνωση της ανάγκης να διασφαλιστεί η ταχεία, συντονισμένη και συνεπής εφαρμογή των μέτρων ΔΦΒΜΚ που σχετίζονται με τις φορολογικές Συμφωνίες σε ένα πολυμερές πλαίσιο,

Επισημαίνοντας την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι υφιστάμενες Συμφωνίες για την αποφυγή της διπλής φορολογίας του εισοδήματος ερμηνεύονται με σκοπό την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε σχέση με τους φόρους που καλύπτονται από τις εν λόγω Συμφωνίες χωρίς να δημιουργούνται ευκαιρίες για μη φορολόγηση ή μειωμένη φορολόγηση μέσω φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής [συμπεριλαμβανομένης της αναζήτησης ευνοϊκότερης Συμφωνίας (treaty shopping) που αποσκοπεί στην εξασφάλιση ελαφρύνσεων που προβλέπονται στις εν λόγω Συμφωνίες για το έμμεσο όφελος των κατοίκων τρίτων δικαιοδοσιών],

Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για έναν αποτελεσματικό μηχανισμό εφαρμογής των συμφωνηθέντων αλλαγών με συγχρονισμένο και αποτελεσματικό τρόπο σε ολόκληρο το δίκτυο των υφιστάμενων Συμφωνιών για την αποφυγή της διπλής φορολογίας του

εισοδήματος χωρίς να είναι απαραίτητη η διμερής επαναδιαπραγμάτευση κάθε τέτοιας Συμφωνίας,

Συμφώνησαν τα ακόλουθα:

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΟΡΩΝ

 

Άρθρο 1 - Πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης

Η παρούσα Σύμβαση τροποποιεί όλες τις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες όπως αυτές ορίζονται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία των Όρων).

 

Άρθρο 2 - Ερμηνεία των Όρων

1.Για τους σκοπούς της παρούσας Σύμβασης, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)Με τον όρο «Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία» νοείται μία σύμβαση για

την αποφυγή της διπλής φορολογίας σε σχέση με τους φόρους εισοδήματος (ανεξαρτήτως εάν καλύπτονται και άλλοι φόροι):

i)η οποία είναι σε ισχύ μεταξύ δύο ή περισσοτέρων:

A) Συμβαλλόμενων μερών ή/και

Β)δικαιοδοσιών ή εδαφών τα οποία αποτελούν συμβαλλόμενα

μέρη σε μία Σύμβαση που αναφέρεται ανωτέρω και για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο ένα Συμβαλλόμενο μέρος και

ii)σχετικά με την οποία κάθε τέτοιο Συμβαλλόμενο μέρος έχει προβεί σε γνωστοποίηση στον Θεματοφύλακα που αναφέρει τη Συμφωνία καθώς και τυχόν τροποποιητικές ή συνοδευτικές αυτής πράξεις (που προσδιορίζονται με τον τίτλο, τα ονόματα των συμβαλλόμενων μερών, την ημερομηνία υπογραφής και, εάν ισχύει κατά τον χρόνο της γνωστοποίησης, την ημερομηνία έναρξης ισχύος) ως Συμφωνία η οποία επιθυμεί να καλύπτεται από την παρούσα Σύμβαση.

β)Με τον όρο «Συμβαλλόμενο μέρος» νοείται:

i)Ένα Κράτος για το οποίο ισχύει η παρούσα Σύμβαση δυνάμει του Άρθρου 34 (Εναρξη ισχύος) ή

ii)Μία δικαιοδοσία η οποία έχει υπογράφει την παρούσα Σύμβαση δυνάμει της υποπαραγράφου β) ή γ) της παραγράφου 1 του Άρθρου 27 (Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση) και για την οποία ισχύει η παρούσα Σύμβαση δυνάμει του Άρθρου 34 (Έναρξη ισχύος).

γ)Με τον όρο «Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία» νοείται ένα συμβαλλόμενο σε μία

Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μέρος.

δ)Με τον όρο «Υπογράφων» νοείται ένα Κράτος ή μία δικαιοδοσία που έχει

υπογράψει την παρούσα Σύμβαση, αλλά για την οποία η Σύμβαση δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ.

2.Όσον αφορά στην εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή από ένα Συμβαλλόμενο μέρος, οποιοσδήποτε όρος δεν προσδιορίζεται στην παρούσα Σύμβαση θα έχει, εκτός εάν το κείμενο απαιτεί διαφορετικά, την έννοια που του αποδίδεται εκείνη τη χρονική στιγμή σύμφωνα με τη σχετική Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II.

ΥΒΡΙΔΙΚΕΣ ΑΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΕΣ

 

Άρθρο 3 - Διαφανείς οντότητες

1.Για τους σκοπούς μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, εισόδημα που αποκτάται από ή μέσω μίας οντότητας ή μορφώματος που αντιμετωπίζεται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει ως φορολογικά διαφανής σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία οποιοσδήποτε από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες θεωρείται ως εισόδημα κατοίκου μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, αλλά μόνο στον βαθμό που το εισόδημα θεωρείται, για τους σκοπούς φορολόγησης από αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, ως εισόδημα κατοίκου αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.

2.Οι διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εξαιρεί από τον φόρο εισοδήματος ή παρέχει έκπτωση ή πίστωση ίση προς τον φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε σχέση με εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο αυτής της Συμβαλλομένης Δικαιοδοσίας και που δύναται να φορολογείται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, δεν εφαρμόζονται στον βαθμό που οι εν λόγω διατάξεις επιτρέπουν τη φορολόγηση από αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία αποκλειστικά επειδή το εισόδημα είναι επίσης εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο αυτής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.

3.Όσον αφορά στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες για τις οποίες ένα ή περισσότερα Συμβαλλόμενα μέρη έχουν διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 3 του Άρθρου 11 (Εφαρμογή των Φορολογικών Συμφωνιών για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του), το ακόλουθο εδάφιο θα προστίθεται στο τέλος της παραγράφου 1: «Σε καμία περίπτωση οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν θεωρείται ότι επηρεάζουν το δικαίωμα μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας να φορολογεί τους κατοίκους αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.»

4.H παράγραφος 1 (όπως ενδέχεται να τροποποιηθεί από την παράγραφο 3) εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας στον βαθμό που αυτές αντιμετωπίζουν το ζήτημα εάν εισόδημα που αποκτάται από ή μέσω οντοτήτων ή μορφωμάτων που αντιμετωπίζονται ως φορολογικά διαφανείς σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία οποιοσδήποτε από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες (είτε μέσω ενός γενικού κανόνα είτε μέσω λεπτομερούς προσδιορισμού της αντιμετώπισης συγκεκριμένων προτύπων πραγματικών περιστατικών και τύπων οντοτήτων ή μορφωμάτων), θεωρείται ως εισόδημα κατοίκου μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.

5.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες,

β) για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4,

γ)για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η οποία στερεί τα προνόμια της Σύμβασης, στην περίπτωση εισοδήματος που αποκτάται από ή μέσω μίας οντότητας ή μορφώματος που είναι εγκατεστημένη σε τρίτη δικαιοδοσία,

δ) για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η οποία προσδιορίζει λεπτομερώς την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προτύπων πραγματικών περιστατικών και τύπων οντοτήτων ή μορφωμάτων,

ε)για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η οποία προσδιορίζει λεπτομερώς την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προτύπων πραγματικών περιστατικών και τύπων οντοτήτων ή μορφωμάτων και στερεί τα προνόμια της Σύμβασης, στην περίπτωση εισοδήματος που αποκτάται από ή μέσω μίας οντότητας ή μορφώματος που είναι εγκατεστημένη σε τρίτη δικαιοδοσία,

στ)για την παράγραφο 2 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες,

ζ)για την παράγραφο 1 να εφαρμόζεται μόνο στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η οποία προσδιορίζει λεπτομερώς την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προτύπων πραγματικών περιστατικών και τύπων οντοτήτων ή μορφωμάτων.

6.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσειτην επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) ή β) της παραγράφου 5 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4 η οποία δεν υπόκειται στην επιφύλαξη των υποπαραγράφων γ) έως ε) της παραγράφου 5 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Στην περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο μέρος έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο ζ) της παραγράφου 5, η γνωστοποίηση δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου περιορίζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες που υπόκεινται σε αυτή την επιφύλαξη. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σε σχέση με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 (όπως ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παράγραφο 3) στον βαθμό που προβλέπεται στην παράγραφο 4. Σε άλλες περιπτώσεις η παράγραφος 1 (όπως ενδέχεται

να τροποποιηθεί από την παράγραφο 3) υπερισχύει των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με την παράγραφο 1 (όπως ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παράγραφο 3).

 

Άρθρο 4 - Οντότητες με διπλή έδρα

1.Σε περίπτωση που συνεπεία των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας ένα πρόσωπο, εκτός από φυσικό πρόσωπο, είναι κάτοικος σε περισσότερες από μία Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών προσπαθούν να καθορίσουν με αμοιβαία συμφωνία τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία της οποίας αυτό το πρόσωπο θεωρείται κάτοικος για τους σκοπούς της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, λαμβάνοντας υπόψη την έδρα της πραγματικής διοίκησης, τον τόπο όπου έχει ιδρυθεί ή άλλως συσταθεί και κάθε άλλο σχετικό παράγοντα. Ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, αυτό το πρόσωπο δεν δικαιούται ελάφρυνσης ή εξαίρεσης από τον φόρο που προβλέπεται από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία παρά μόνο στον βαθμό και με τον τρόπο που δύναται να συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Δικαιοδοσιών.

2.Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν κανόνες για τον καθορισμό του κατά πόσον ένα πρόσωπο, εκτός φυσικού προσώπου, αντιμετωπίζεται ως κάτοικος μίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών στις περιπτώσεις που αυτό το πρόσωπο θα αντιμετωπιζόταν διαφορετικά ως κάτοικος περισσοτέρων της μίας Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται, ωστόσο, στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, οι οποίες αντιμετωπίζουν ειδικά την έδρα των εταιρειών που συμμετέχουν σε εταιρικά μορφώματα εισηγμένα σε δύο χρηματιστήρια (dual-listed company arrangements).

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες,

β) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη αντιμετωπίζουν περιπτώσεις που ένα πρόσωπο, εκτός φυσικού προσώπου, είναι κάτοικος σε περισσότερες από μία Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες, προβλέποντας ότι οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών προσπαθούν να επιτύχουν αμοιβαία συμφωνία για τη μοναδική κατοικία σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία,

γ)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη αντιμετωπίζουν περιπτώσεις που ένα πρόσωπο, εκτός φυσικού προσώπου, είναι κάτοικος σε περισσότερες από μία Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες, στερώντας τα προνόμια της Σύμβασης χωρίς να προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων

Δικαιοδοσιών προσπαθούν να επιτύχουν αμοιβαία συμφωνία για τΠ μοναδική κατοικία σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία,

δ)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη αντιμετωπίζουν περιπτώσεις που ένα πρόσωπο, εκτός φυσικού προσώπου, είναι κάτοικος σε περισσότερες από μία Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες προβλέποντας ότι οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Δικαιοδοσιών προσπαθούν να επιτύχουν αμοιβαία συμφωνία για τη μοναδική κατοικία σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, και που καθορίζουν την αντιμετώπιση αυτού του προσώπου σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία σε περίπτωση που μία τέτοια συμφωνία δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί,

ε)να αντικαθιστά το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 με το ακόλουθο

κείμενο για τους σκοπούς των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του: «Ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, αυτό το πρόσωπο δεν δικαιούται ελάφρυνσης ή εξαίρεσης από τον φόρο που προβλέπεται από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.»

στ)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες με Συμβαλλόμενα μέρη που έχουν διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο ε).

4.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 3 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 που δεν υπόκειται στην επιφύλαξη των υποπαραγράφων β) έως δ) της παραγράφου 3 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 1. Σε άλλες περιπτώσεις, η παράγραφος 1 υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με την παράγραφο 1.

 

Άρθρο 5 - Εφαρμογή μεθόδων για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας

1.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιλέγει να εφαρμόζει τις παραγράφους 2 και 3 (Επιλογή Α), ή τις παραγράφους 4 και 5 (Επιλογή Β), ή τις παραγράφους 6 και 7 (Επιλογή Γ), ή δύναται να επιλέγει να μην εφαρμόζει καμία από τις Επιλογές. Στην περίπτωση που κάθε Συμβαλλόμενη σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσία επιλέγει διαφορετική Επιλογή (ή σε περίπτωση που μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία επιλέγει να εφαρμόζει μία Επιλογή και η άλλη επιλέγει να μην εφαρμόζει καμία από τις Επιλογές), η Επιλογή της κάθε Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας εφαρμόζεται σε σχέση με τους δικούς της κατοίκους.

Επιλογή Α

2.Οι διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που σε διαφορετική περίπτωση θα εξαιρούσαν εισόδημα που αποκτάται από ή κεφάλαιο που ανήκει σε κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας από τον φόρο σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία με σκοπό την εξάλειψη της διπλής φορολογίας δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που η άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εφαρμόζει τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που εξαιρούν αυτό το εισόδημα ή κεφάλαιο από τον φόρο ή μειώνουν τον συντελεστή με τον οποίο το εν λόγω εισόδημα ή κεφάλαιο δύναται να φορολογηθεί. Στην τελευταία περίπτωση, η πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία αναγνωρίζει ως έκπτωση από τον φόρο επί του εισοδήματος ή κεφαλαίου αυτού του κατοίκου ποσό ίσο προς τον φόρο που καταβλήθηκε σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία. Μία τέτοια έκπτωση, ωστόσο, δεν υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί σε αυτά τα στοιχεία του εισοδήματος ή του κεφαλαίου, τα οποία δύνανται να φορολογούνται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία.

3.Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία η οποία σε διαφορετική περίπτωση θα προέβλεπε ότι μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εξαιρεί το εισόδημα ή το κεφάλαιο που αναφέρεται σε εκείνη την παράγραφο.

Επιλογή Β

4.Οι διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που σε διαφορετική περίπτωση θα εξαιρούσαν εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας από τον φόρο σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία με σκοπό την εξάλειψη της διπλής φορολογίας επειδή αυτό το εισόδημα αντιμετωπίζεται ως μέρισμα από αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που αυτό το εισόδημα συνεπάγεται έκπτωση για τον σκοπό προσδιορισμού των φορολογητέων κερδών ενός κατοίκου της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας. Σε αυτή την περίπτωση, η πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία αναγνωρίζει ως έκπτωση από τον φόρο επί του εισοδήματος αυτού του κατοίκου ποσό ίσο προς τον φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία. Μία τέτοια έκπτωση, ωστόσο, δεν υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί σε αυτό το εισόδημα, το οποίο δύναται να φορολογείται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία.

5.Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία η οποία σε διαφορετική περίπτωση θα προέβλεπε ότι μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εξαιρεί το εισόδημα που αναφέρεται σε εκείνη την παράγραφο.

Επιλογή Γ

6.α)Σε περίπτωση που ένας κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας αποκτά

εισόδημα ή κατέχει κεφάλαιο το οποίο δύναται να φορολογείται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σύμφωνα με τις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (με εξαίρεση στον βαθμό που οι διατάξεις αυτές επιτρέπουν τη φορολόγηση από αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία

αποκλειστικά επειδή το εισόδημα είναι επίσης εισόδημα που αποκτάται από κάτοικο αυτής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας), η πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία αναγνωρίζει:

i)ως έκπτωση από τον φόρο επί του εισοδήματος αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς τον φόρο εισοδήματος που καταβλήθηκε σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία

ii)ως έκπτωση από τον φόρο επί του κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, ποσό ίσο προς τον φόρο κεφαλαίου που καταβλήθηκε σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία.

Μία τέτοια έκπτωση, ωστόσο, δεν υπερβαίνει εκείνο το τμήμα του φόρου εισοδήματος ή του φόρου κεφαλαίου, όπως υπολογίστηκε πριν να δοθεί η έκπτωση, το οποίο αντιστοιχεί στο εισόδημα ή στο κεφάλαιο το οποίο δύναται να φορολογείται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία.

β) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, εισόδημα που αποκτάται από ή κεφάλαιο που ανήκει σε κάτοικο της μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας εξαιρείται από τον φόρο σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, αυτή η Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία δύναται ωστόσο, κατά τον υπολογισμό του ποσού του φόρου επί του υπόλοιπου εισοδήματος ή κεφαλαίου αυτού του κατοίκου, να λαμβάνει υπόψη το απαλλασσόμενο εισόδημα ή κεφάλαιο.

7.Η παράγραφος 6 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες, για τους σκοπούς εξάλειψης της διπλής φορολογίας, προβλέπουν ότι μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εξαιρεί από τον φόρο σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εισόδημα που αποκτάται από ή κεφάλαιο που ανήκει σε κάτοικο αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, δύναται να φορολογείται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία.

8.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος που δεν επιλέγει να εφαρμόζει μία Επιλογή σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται σε μία ή περισσότερες καθορισμένες Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες (ή σε όλες τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες).

9.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος που δεν επιλέγει να εφαρμόζει την Επιλογή Γ μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος, σε μία ή περισσότερες καθορισμένες Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες (ή σε όλες τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες) να μην επιτρέπει στην(-ις) άλλη(-ες) Συμβαλλόμενη(-ες) Δικαιοδοσία(-ες) να εφαρμόζει την Επιλογή Γ.

10.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει μία Επιλογή σύμφωνα με την παράγραφο 1 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την επιλογή του. Μία τέτοια γνωστοποίηση περιλαμβάνει επίσης:

α)στην περίπτωση ενός Συμβαλλόμενου μέρους το οποίο επιλέγει να

εφαρμόζει την Επιλογή Α, τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που περιλαμβάνουν μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 3, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης

β)στην περίπτωση ενός Συμβαλλόμενου μέρους το οποίο επιλέγει να

εφαρμόζει την Επιλογή Β, τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που περιλαμβάνουν μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 5, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης

γ)στην περίπτωση ενός Συμβαλλόμενου μέρους το οποίο επιλέγει να

εφαρμόζει την Επιλογή Γ, τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που περιλαμβάνουν μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 7, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης.

Μία επιλογή εφαρμόζεται σε σχέση με μία διάταξη μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο σε περίπτωση που το Συμβαλλόμενο μέρος που έχει επιλέξει να εφαρμόζει αυτή την επιλογή έχειπροβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III.

ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

 

Άρθρο 6 - Σκοπός μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας

1.Μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία τροποποιείται ώστε να περιλαμβάνει το ακόλουθο προοίμιο:

«Με σκοπό την εξάλειψη της διπλής φορολογίας αναφορικά με τους φόρους που καλύπτονται από την παρούσα συμφωνία χωρίς να δημιουργούν ευκαιρίες για μη επιβολή φορολογίας ή για μειωμένη φορολογία μέσω φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής [συμπεριλαμβανομένης της αναζήτησης ευνοϊκότερης συμφωνίας (treaty shopping) που αποσκοπεί στην εξασφάλιση ελαφρύνσεων που προβλέπονται στην παρούσα συμφωνία για το έμμεσο όφελος των κατοίκων τρίτων δικαιοδοσιών],».

2.Το κείμενο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία σε αντικατάσταση ή ελλείψει προοιμίου στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία που να αναφέρεται στον σκοπό εξάλειψης της διπλής φορολογίας, ανεξαρτήτως εάν το προοίμιο αυτό αναφέρεται επίσης στον σκοπό της μη δημιουργίας ευκαιριών για μη φορολογία ή για μειωμένη φορολογία.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται επίσης να επιλέγει να περιλαμβάνει το ακόλουθο προοίμιο σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που δεν περιλαμβάνουν προοίμιο το οποίο να αναφέρεται στην επιθυμία για ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων ή ενίσχυση της συνεργασίας σε φορολογικά θέματα:

«Επιθυμώντας να αναπτύξουν περαιτέρω τις οικονομικές τους σχέσεις και να ενισχύσουν τη συνεργασία τους σε φορολογικά θέματα,».

4.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν προοίμιο το οποίο αναφέρει τον σκοπό των Συμβαλλομένων Δικαιοδοσιών να εξαλείψουν τη διπλή φορολογία, χωρίς να δημιουργούν ευκαιρίες για μη φορολόγηση ή για μειωμένη φορολόγηση, ανεξαρτήτως εάν το προοίμιο αυτό περιορίζεται σε περιπτώσεις φοροδιαφυγής ή φοροαποφυγής [συμπεριλαμβανομένης της αναζήτησης ευνοϊκότερης συμφωνίας (treaty shopping) που αποσκοπεί στην εξασφάλιση ελαφρύνσεων που προβλέπονται στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία για το έμμεσο όφελος των κατοίκων τρίτων δικαιοδοσιών] ή εφαρμόζεται ευρύτερα.

5.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, εκτός από εκείνες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της επιφύλαξης σύμφωνα με την παράγραφο 4, περιλαμβάνει το προοίμιο που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, εάν το περιλαμβάνει, το κείμενο της σχετικής παραγράφου του προοιμίου. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτό το προοίμιο, αυτό το προοίμιο

αντικαθίσταται από το κείμενο που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Σε άλλες περιπτώσεις, το προοίμιο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προστίθεται στο υφιστάμενο προοίμιο.

6.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 3

γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την επιλογή του. Μία τέτοια γνωστοποίηση περιλαμβάνει επίσης τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που δεν περιλαμβάνουν ήδη προοίμιο που να αναφέρεται στην επιθυμία για ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων ή ενίσχυση συνεργασίας σε φορολογικά θέματα. Το κείμενο που αναφέρεται στην παράγραφο 3 περιλαμβάνεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν επιλέξει να εφαρμόζουν αυτή την παράγραφο και έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σε σχέση με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

 

Άρθρο 7 - Πρόληψη κατάχρησης των Συμβάσεων

1.Ανεξαρτήτως των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, ένα προνόμιο σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία δεν χορηγείται σε σχέση με ένα στοιχείο εισοδήματος ή κεφαλαίου, εάν εύλογα συνάγεται, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα σχετικά γεγονότα και περιστάσεις, ότι η απόκτηση αυτού του προνομίου ήταν ένας από τους κύριους σκοπούς μίας διευθέτησης ή μίας συναλλαγής που είχε ως άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα αυτό το προνόμιο, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η χορήγηση αυτού του προνομίου υπό αυτές τις περιστάσεις θα ήταν σύμφωνη με το αντικείμενο και τον σκοπό των σχετικών διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας.

2.Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που στερούν το σύνολο ή μέρος των προνομίων που διαφορετικά θα παρέχονταν σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, σε περίπτωση που ο κύριος σκοπός ή ένας από τους κύριους σκοπούς μίας διευθέτησης ή μίας συναλλαγής, ή ενός προσώπου που σχετίζεται με μία διευθέτηση ή συναλλαγή, ήταν η απόκτηση αυτών των προνομίων.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 15 δύναται επίσης να επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 4 σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες.

4.Σε περίπτωση που ένα προνόμιο σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία δεν χορηγείται σε ένα πρόσωπο σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παρούσα Σύμβαση) που στερούν το σύνολο ή μέρος των προνομίων που διαφορετικά θα παρέχονταν, όταν ο κύριος σκοπός ή ένας από τους κύριους σκοπούς μίας διευθέτησης ή συναλλαγής ή ενός προσώπου που σχετίζεται με μία διευθέτηση ή συναλλαγή ήταν η απόκτηση αυτών των προνομίων, η αρμόδια αρχή της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας που διαφορετικά θα είχε χορηγήσει αυτό το προνόμιο οφείλει παρ' όλα αυτά να αντιμετωπίσει αυτό το πρόσωπο ως δικαιούχο του προνομίου ή διαφορετικών προνομίων σε σχέση με ένα συγκεκριμένο στοιχείο εισοδήματος ή κεφαλαίου, εάν αυτή η αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος του προσώπου αυτού και ύστερα από εξέταση των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων, διαπιστώσει ότι

αυτά τα προνόμια θα είχαν χορηγηθεί σε αυτό το πρόσωπο ελλείψει της συναλλαγής ή της διευθέτησης. Η αρμόδια αρχή της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας στην οποία έχει υποβληθεί ένα αίτημα σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο από κάτοικο της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας διαβουλεύεται με την αρμόδια αρχή αυτής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας πριν την απόρριψη του αιτήματος.

5.Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παρούσα Σύμβαση) που στερούν το σύνολο ή μέρος των προνομίων που διαφορετικά θα χορηγούνταν σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, σε περίπτωση που ο κύριος σκοπός ή ένας από τους κύριους σκοπούς μίας διευθέτησης ή συναλλαγής, ή ενός ατόμου που σχετίζεται με μία διευθέτηση ή συναλλαγή, ήταν η απόκτηση αυτών των προνομίων.

6.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται επίσης να επιλέγει να εφαρμόζει τις διατάξεις που περιλαμβάνονται στις παραγράφους 8 έως 13 (στο εξής «Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων») στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες προβαίνοντας στη γνωστοποίηση που προβλέπεται στην υποπαράγραφο γ) της παραγράφου 17. Ο Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων εφαρμόζεται σε σχέση με μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν επιλέξει να τον εφαρμόζουν.

7.Σε περιπτώσεις που ορισμένες αλλά όχι όλες οι Συμβαλλόμενες σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες επιλέγουν να εφαρμόζουν τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων δυνάμει της παραγράφου 6, τότε, ανεξαρτήτως των διατάξεων αυτής της παραγράφου, ο Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων εφαρμόζεται σε σχέση με τη χορήγηση προνομίων σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία:

α)από όλες τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες, εάν όλες οι Συμβαλλόμενες

Δικαιοδοσίες που δεν επιλέγουν δυνάμει της παραγράφου 6 να εφαρμόζουν τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων, συμφωνούν σε μία τέτοια εφαρμογή επιλέγοντας να εφαρμόζουν την παρούσα υποπαράγραφο και προβαίνοντας στην ανάλογη γνωστοποίηση στον Θεματοφύλακα, ή

β)μόνο από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες που επιλέγουν να εφαρμόζουν

τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων, εάν όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες που δεν επιλέγουν δυνάμει της παραγράφου 6 να εφαρμόζουν τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων συμφωνούν σε μία τέτοια εφαρμογή, επιλέγοντας να εφαρμόζουν την παρούσα υποπαράγραφο και προβαίνοντας στην ανάλογη γνωστοποίηση στον Θεματοφύλακα.

Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων

8.Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων, ένας κάτοικος μίας Συμβαλλομένης σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας δεν δικαιούται προνόμιο, το οποίο σε άλλη περίπτωση θα χορηγούνταν από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, εκτός από τα προνόμια που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας:

α)οι οποίες καθορίζουν τον τόπο κατοικίας ενός προσώπου, εκτός φυσικού

προσώπου, που είναι κάτοικος σε περισσότερες από μία Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προσδιορίζουν τον κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας,

β) οι οποίες προβλέπουν ότι μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία θα προβαίνει σε αντίστοιχη διόρθωση ως προς μία επιχείρηση αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, κατόπιν αρχικής διόρθωσης από την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, στο ποσό του φόρου που επιβλήθηκε στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία επί των κερδών μίας συνδεδεμένης επιχείρησης, ή

γ)οι οποίες επιτρέπουν στους κατοίκους μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας να

αιτηθούν όπως η αρμόδια αρχή αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας εξετάσει υποθέσεις φορολογίας που δεν είναι σύμφωνες με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία,

εκτός εάν αυτός ο κάτοικος είναι «εγκεκριμένο πρόσωπο» όπως ορίζεται στην παράγραφο 9 κατά τη χρονική στιγμή που χορηγείται το προνόμιο.

9.Ένας κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας θεωρείται εγκεκριμένο πρόσωπο κατά τη στιγμή που ένα προνόμιο σε άλλη περίπτωση θα χορηγούνταν από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, εάν, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ο κάτοικος είναι:

α)ένα φυσικό πρόσωπο,

β) αυτή η Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, ή μία πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή αυτής, ή οργανισμός ή φορέας οποιοσδήποτε τέτοιας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, πολιτικής υποδιαίρεσης ή τοπικής αρχής,

γ)μία εταιρεία ή άλλη οντότητα, εάν η κύρια κατηγορία των μετοχών της

τυγχάνει τακτικής διαπραγμάτευσης σε ένα ή περισσότερα αναγνωρισμένα χρηματιστήρια,

δ) ένα πρόσωπο, εκτός από φυσικό πρόσωπο, που:

i) είναι μία μη κερδοσκοπική οργάνωση του είδους που έχει συμφωνηθεί από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες μέσω ανταλλαγής διπλωματικών διακοινώσεων, ή

ii) είναι μία οντότητα ή μόρφωμα που έχει συσταθεί σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία και αντιμετωπίζεται ως ξεχωριστό πρόσωπο σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας και:

Α) που έχει συσταθεί και λειτουργεί αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά για τη διαχείριση ή την παροχή συνταξιοδοτικών προνομίων και των επικουρικών ή παρεπόμενων προνομίων σε φυσικά πρόσωπα και υπόκειται στις σχετικές ρυθμιστικές διατάξεις σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία ή μία από τις πολιτικές υποδιαιρέσεις ή τοπικές αρχές της, ή

Β)που έχει συσταθεί και λειτουργεί αποκλειστικά ή σχεδόν

αποκλειστικά για την επένδυση κεφαλαίων προς όφελος των οντοτήτων ή των μορφωμάτων που αναφέρονται στην υποπερίπτωση Α),

ε)ένα πρόσωπο, εκτός από φυσικό πρόσωπο, εάν, κατά το ήμισυ τουλάχιστον

των ημερών μίας δωδεκάμηνης περιόδου συμπεριλαμβανομένης της χρονικής στιγμής που το προνόμιο διαφορετικά θα χορηγείτο, πρόσωπα που είναι κάτοικοι αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας και δικαιούνται τα προνόμια της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σύμφωνα με τις υποπαραγράφους α) έως δ) κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 50 τοις εκατό των μετοχών του προσώπου.

10.α) Ένας κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας θα δικαιούται τα προνόμια της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σε σχέση με ένα στοιχείο εισοδήματος που αποκτάται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, ανεξάρτητα εάν ο κάτοικος είναι εγκεκριμένο πρόσωπο, εάν ο κάτοικος διεξάγει ενεργή άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, και το εισόδημα που αποκτάται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία προέρχεται από, ή είναι παρεπόμενο, αυτής της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Για τους σκοπούς του Απλοποιημένου Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων, ο όρος «ενεργή άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας» δεν περιλαμβάνει τις ακόλουθες δραστηριότητες ή οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών:

i)τη λειτουργία εταιρείας χαρτοφυλακίου,

ii)την άσκηση γενικής εποπτείας ή διοίκησης ενός ομίλου εταιρειών,

iii)τη χρηματοδότηση του ομίλου (συμπεριλαμβανομένης της συγκέντρωσης ρευστών διαθεσίμων), ή

iv)την επένδυση ή τη διαχείριση επενδύσεων, εκτός εάν οι δραστηριότητες αυτές διεξάγονται από μία τράπεζα, ασφαλιστική εταιρεία ή διαπιστευμένο διαπραγματευτή κινητών αξιών στο πλαίσιο της συνήθους επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.

β) Εάν κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης σε Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας αποκτά ένα στοιχείο εισοδήματος από μία επιχειρηματική δραστηριότητα που διεξάγεται από αυτόν τον κάτοικο στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, ή αποκτά στοιχείο εισοδήματος που προκύπτει στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία από ένα συνδεδεμένο πρόσωπο, οι όροι που αναφέρονται στην υποπαράγραφο α) θεωρείται ότι πληρούνται αναφορικά με αυτό το στοιχείο, μόνο εάν η επιχειρηματική δραστηριότητα που διεξάγεται από τον κάτοικο στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία με την οποία σχετίζεται αυτό το στοιχείο είναι ουσιώδης σε σχέση με την ίδια ή συμπληρωματική επιχειρηματική δραστηριότητα που διεξάγεται από τον κάτοικο ή ένα τέτοιο συνδεδεμένο πρόσωπο στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία. Το ζήτημα εάν μία επιχειρηματική δραστηριότητα είναι ουσιώδης για τους σκοπούς της παρούσας υποπαραγράφου καθορίζεται με βάση όλα τα γεγονότα και τις περιστάσεις.

γ)Για τους σκοπούς εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, οι

δραστηριότητες που διεξάγονται από συνδεδεμένα πρόσωπα με κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης σε Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας θεωρείται ότι διεξάγονται από αυτόν τον κάτοικο.

11.Κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης σε Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας, που δεν είναι εγκεκριμένο πρόσωπο, δικαιούται ενός προνομίου, που διαφορετικά θα χορηγούνταν από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία σε σχέση με ένα στοιχείο εισοδήματος, εάν, τουλάχιστον κατά το ήμισυ των ημερών μίας δωδεκάμηνης περιόδου συμπεριλαμβανομένης της χρονικής στιγμής που το προνόμιο διαφορετικά θα χορηγείτο, πρόσωπα που είναι ισοδύναμοι δικαιούχοι κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 75 τοις εκατό των κεφαλαίων του κατοίκου.

12.Εάν ένας κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης σε Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίας δεν είναι ούτε εγκεκριμένο πρόσωπο, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 9, ούτε δικαιούται προνομίων σύμφωνα με τις παραγράφους 10 ή 11, η αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας δύναται παρ' όλα αυτά να χορηγεί τα προνόμια της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, ή προνόμια σε σχέση με ένα συγκεκριμένο στοιχείο εισοδήματος, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο και τον σκοπό της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, αλλά μόνο εάν αυτός ο κάτοικος αποδείξει προς ικανοποίηση αυτής της αρμόδιας αρχής ότι ούτε η σύσταση, απόκτηση ή διατήρησή του ούτε η άσκηση των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, είχαν ως έναν από τους κύριους σκοπούς την απόκτηση προνομίων σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία. Πριν την ικανοποίηση ή απόρριψη ενός αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο από κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, η αρμόδια αρχή της άλλης

Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας στην οποία έχει υποβληθεί το αίτημα διαβουλεύεται με την αρμόδια αρχή της πρώτης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.

13.Για τους σκοπούς του Απλοποιημένου Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων:

α)ως «αναγνωρισμένο χρηματιστήριο» νοείται:

i)κάθε χρηματιστήριο που έχει συσταθεί και υπόκειται στις ρυθμιστικές διατάξεις της νομοθεσίας οποιοσδήποτε Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας και

ii)οποιοδήποτε άλλο χρηματιστήριο το οποίο έχει συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλομένων Δικαιοδοσιών,

β)ως «κύρια κατηγορία μετοχών» νοείται η κατηγορία ή οι κατηγορίες μετοχών

μίας εταιρείας οι οποίες αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία των συνολικών ψήφων και της αξίας του ενεργητικού της εταιρείας ή η κατηγορία ή οι κατηγορίες του κεφαλαίου μίας οντότητας οι οποίες αντιπροσωπεύουν συνολικά την πλειοψηφία των συνολικών ψήφων και της αξίας του ενεργητικού της οντότητας,

γ)ως «ισοδύναμος δικαιούχος» νοείται κάθε πρόσωπο που θα δικαιούτο προνομίων σε σχέση με ένα στοιχείο εισοδήματος που χορηγείται από μία Συμβαλλόμενη σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσία σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία αυτής της Συμβαλλομένης Δικαιοδοσίας, την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία ή οποιοδήποτε άλλο διεθνές νομικό έγγραφο, τα οποία είναι ισοδύναμα με, ή ευνοϊκότερα από, τα προνόμια που χορηγούνται σε σχέση με αυτό το στοιχείο εισοδήματος σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία. Για τους σκοπούς καθορισμού του κατά πόσον ένα πρόσωπο είναι ισοδύναμος δικαιούχος όσον αφορά σε μερίσματα, το πρόσωπο θεωρείται ότι κατέχει το ίδιο κεφάλαιο στην εταιρεία που καταβάλλει τα μερίσματα με το κεφάλαιο που κατέχει η εταιρεία που αιτείταιτη χορήγηση του προνομίου σε σχέση με τα μερίσματα,

δ)όσον αφορά στις οντότητες που δεν είναι εταιρείες, ως «μετοχές» νοούνται

τα δικαιώματα που είναι συγκρίσιμα με μετοχές,

ε)δύο πρόσωπα θεωρούνται «συνδεδεμένα πρόσωπα» εάν το ένα κατέχει,

άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 50 τοις εκατό του κεφαλαίου του άλλου (ή, στην περίπτωση εταιρείας, τουλάχιστον το 50 τοις εκατό των συνολικών ψήφων και της αξίας των μετοχών της εταιρείας) ή εάν άλλο πρόσωπο κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον το 50 τοις εκατό του κεφαλαίου (ή, στην περίπτωση εταιρείας, τουλάχιστον το 50 τοις εκατό των συνολικών ψήφων και της αξίας των μετοχών της εταιρείας) του κάθε προσώπου. Σε κάθε περίπτωση ένα πρόσωπο θεωρείται συνδεδεμένο με άλλο εάν, βάσει όλων των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων, το ένα έχει τον έλεγχο του

άλλου ή και τα δύο βρίσκονται υπό τον έλεγχο του ίδιου προσώπου ή προσώπων.

14.Ο Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που θα περιόριζαν τα προνόμια της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (ή που θα περιόριζαν προνόμια εκτός από αυτά που σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετίζονται με την κατοικία, τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις ή την απαγόρευση των διακρίσεων ή από αυτά που δεν περιορίζονται αποκλειστικά σε κατοίκους μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας) μόνο σε έναν κάτοικο που δικαιούται των εν λόγω προνομίων, ικανοποιώντας ένα ή περισσότερα κριτήρια.

15.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α) για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες εφόσον προτίθεται να υιοθετήσει έναν συνδυασμό ενός λεπτομερούς κανόνα περί περιορισμού προνομίων και είτε κανόνων για την αντιμετώπιση χρηματοδοτικών δομών διαύλων είτε του κριτηρίου του κύριου σκοπού, τηρώντας έτσι το ελάχιστο πρότυπο για την αποφυγή κατάχρησης των Συμβάσεων στο πλαίσιο του πακέτου ΔΦΒΜΚ των ΟΟΣΑ 20. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες προσπαθούν να επιτύχουν μία αμοιβαία ικανοποιητική λύση, η οποία πληροί το ελάχιστο πρότυπο.

β) για την παράγραφο 1 (και παράγραφο 4, στην περίπτωση ενός Συμβαλλόμενου μέρους που έχει επιλέξει να εφαρμόζει αυτή την παράγραφο) να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διατάξεις που στερούν το σύνολο των προνομίων, τα οποία σε διαφορετική περίπτωση θα χορηγούνταν σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, σε περίπτωση που ο κύριος σκοπός ή ένας από τους κύριους σκοπούς μίας διευθέτησης ή συναλλαγής, ή ενός προσώπου που σχετίζεται με μία διευθέτηση ή συναλλαγή, ήταν η απόκτηση αυτών των προνομίων.

γ)για τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων να μην

εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 14.

16.Εκτός από τις περιπτώσεις που ο Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων εφαρμόζεται σχετικά με τη χορήγηση προνομίων σύμφωνα με μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία από ένα ή περισσότερα Συμβαλλόμενα μέρη δυνάμει της παραγράφου 7, ένα Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει δυνάμει της παραγράφου 6 να εφαρμόζει τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων δύναται να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες για τις οποίες μία ή περισσότερες από τις άλλες Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες δεν έχουν επιλέξει να εφαρμόζουν τον Απλοποιημένο Κανόνα

περί Περιορισμού Προνομίων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες προσπαθούν να επιτύχουν μία αμοιβαία ικανοποιητική λύση, η οποία πληροί το ελάχιστο πρότυπο για την αποφυγή κατάχρησης των Συμβάσεων στο πλαίσιο του πακέτου ΔΦΒΜΚ των ΟΟΣΑ20.

17. α)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 15 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που δεν υπόκεινται στην επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 15 περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, αυτή η διάταξη αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 (και κατά περίπτωση, της παραγράφου 4). Σε άλλες περιπτώσεις, η παράγραφος 1 (και, κατά περίπτωση, η παράγραφος 4) υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με την παράγραφο 1 (και, κατά περίπτωση, την παράγραφο 4). Ένα Συμβαλλόμενο μέρος που προβαίνει σε γνωστοποίηση σύμφωνα με την παρούσα υποπαράγραφο δύναται επίσης να περιλαμβάνει δήλωση ότι παρόλο που αυτό το Συμβαλλόμενο μέρος αποδέχεται την εφαρμογή της παραγράφου 1 μόνο ως προσωρινό μέτρο, προτίθεται κατά το μέτρο του δυνατού να υιοθετήσει έναν κανόνα περιορισμού προνομίων, επιπρόσθετα ή σε αντικατάσταση της παραγράφου 1, μέσω διμερούς διαπραγμάτευσης.

β)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 4 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την επιλογή του. Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση.

V)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων δυνάμει της παραγράφου 6 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την επιλογή του. Εκτός εάν αυτό το Συμβαλλόμενο μέρος έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο γ) της παραγράφου 15, αυτή η γνωστοποίηση περιλαμβάνει επίσης τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών που περιλαμβάνουν μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 14, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης.

δ)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν επιλέγει να εφαρμόζει τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων δυνάμει της παραγράφου 6, αλλά επιλέγει να εφαρμόζει είτε την υποπαράγραφο α) είτε β) της παραγράφου 7, γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την υποπαράγραφο που επέλεξε. Εκτός εάν αυτό το Συμβαλλόμενο μέρος έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράνραφο ν) της παραγράφου 15, αυτή η γνωστοποίηση περιλαμβάνει επίσης τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών που περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 14, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης.

ε) Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σύμφωνα με την υποπαράγραφο γ) ή δ) σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, αυτή η διάταξη αντικαθίσταται από τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων. Σε άλλες περιπτώσεις, ο Απλοποιημένος Κανόνας περί Περιορισμού Προνομίων υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με τον Απλοποιημένο Κανόνα περί Περιορισμού Προνομίων.

 

Άρθρο 8 - Συναλλαγές μεταβίβασης μερισμάτων

1.Οι διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που εξαιρούν από τον φόρο μερίσματα τα οποία καταβάλλονται από εταιρεία που είναι κάτοικος μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, ή που περιορίζουν τον συντελεστή με τον οποίο τα μερίσματα δύνανται να φορολογούνται, υπό τον όρο ότι ο πραγματικός δικαιούχος ή ο εισπράττων είναι μία εταιρεία η οποία είναι κάτοικος της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας και η οποία έχει την κυριότητα, την κατοχή ή τον έλεγχο άνω ενός ορισμένου ποσού κεφαλαίου, μετοχών, μεριδίων, δικαιωμάτων ψήφου ή παρόμοιων ιδιοκτησιακών συμφερόντων της εταιρείας που καταβάλλει τα μερίσματα, εφαρμόζονται μόνο εάν οι προϋποθέσεις κυριότητας που αναφέρονται στις διατάξεις αυτές πληρούνται κατά μία χρονική περίοδο 365 ημερών που περιλαμβάνει την ημέρα της καταβολής των μερισμάτων (για τον σκοπό υπολογισμού αυτής της περιόδου δεν λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, που απορρέουν άμεσα από την αναδιοργάνωση, όπως π.χ. συγχώνευση ή διάσπαση, της εταιρείας που κατέχει τις μετοχές ή που καταβάλλει τα μερίσματα).

2.Η ελάχιστη περίοδος διακράτησης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει μίας ελάχιστης περιόδου διακράτησης στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες

β) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες στον βαθμό που οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ήδη περιλαμβάνουν:

μία ελάχιστη περίοδο διακράτησης,

ii)μία ελάχιστη περίοδο διακράτησης μικρότερη των 365 ημερών, ή

iii)μία ελάχιστη περίοδο διακράτησης μεγαλύτερη των 365 ημερών.

4.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 3 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1, που δεν υπόκειται στην επιφύλαξη της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 3, και εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη.

 

Άρθρο 9 - Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών ή δικαιωμάτων σε οντότητες των οποίων η αξία προέρχεται κυρίως από ακίνητη περιουσία

1.Οι διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι η ωφέλεια που αποκτάται από κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας από την εκποίηση μετοχών ή άλλων δικαιωμάτων συμμετοχής σε μία οντότητα δύναται να φορολογείται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, υπό τον όρο ότι μεγαλύτερο από ένα ορισμένο μέρος της αξίας αυτών των μετοχών ή δικαιωμάτων προέρχεται από ακίνητη περιουσία (ακίνητα) που βρίσκεται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία [ή υπό τον όρο ότι μεγαλύτερο από ένα ορισμένο μέρος της περιουσίας της οντότητας αποτελείται από τέτοια ακίνητη περιουσία (ακίνητα)]:

α)εφαρμόζονται εάν το σχετικό όριο αξίας πληρείται σε οποιαδήποτε χρονική

στιγμή κατά τη διάρκεια των 365 ημερών που προηγούνται της εκποίησης και

β) εφαρμόζονται σε μετοχές ή παρόμοια δικαιώματα, όπως μερίδια σε μία προσωπική εταιρεία ή δικαιώματα σε ένα καταπίστευμα (στον βαθμό που τέτοιες μετοχές ή δικαιώματα δεν καλύπτονται ήδη), επιπλέον των οποιωνδήποτε μετοχών ή δικαιωμάτων που καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις.

2.Η περίοδος που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει μίας χρονικής περιόδου που προσδιορίζει κατά πόσον πληρείται το σχετικό όριο αξίας στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται επίσης να επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 4 σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες.

4.Για τους σκοπούς μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η ωφέλεια που αποκτάται από κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας από την εκποίηση μετοχών ή παρόμοιων δικαιωμάτων, όπως μεριδίων σε μία προσωπική εταιρεία ή δικαιωμάτων σε ένα καταπίστευμα, δύναται να φορολογείται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία εάν, σε

οποιαδήποτε χρονική στιγμή κατά τη διάρκεια των 365 ημερών που προηγούνται της εκποίησης, ποσοστό άνω του 50 τοις εκατό της αξίας αυτών των μετοχών ή παρόμοιων δικαιωμάτων προέρχεται άμεσα ή έμμεσα από ακίνητη περιουσία (ακίνητα) που βρίσκεται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία.

5.Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπει ότι η ωφέλεια που αποκτάται από κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας από την εκποίηση μετοχών ή άλλων δικαιωμάτων συμμετοχής σε μία οντότητα δύναται να φορολογείται στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, υπό τον όρο ότι μεγαλύτερο από ένα ορισμένο μέρος της αξίας αυτών των μετοχών ή δικαιωμάτων προέρχεται από ακίνητη περιουσία (ακίνητα) που βρίσκεται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία ή υπό τον όρο ότι μεγαλύτερο από ένα ορισμένο μέρος της περιουσίας της οντότητας αποτελείται από τέτοια ακίνητη περιουσία (ακίνητα).

6.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α) για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες,

β) για την υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες,

γ)για την υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1 να μην εφαρμόζεται στις

Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες,

δ) για την υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν μία διάταξη όπως αυτή που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η οποία περιλαμβάνει μία περίοδο που προσδιορίζει κατά πόσον το σχετικό όριο αξίας πληρείται,

ε)για την υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1 να μην εφαρμόζεται στις

Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν μία διάταξη όπως αυτή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 που εφαρμόζεται στην εκποίηση δικαιωμάτων εκτός από μετοχές,

στ)για την παράγραφο 4 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5.

7.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 6 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη.

8.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 4 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την επιλογή του. Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση. Σε αυτή την περίπτωση η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία. Στην περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο στ) της παραγράφου 6 και έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 6, η γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνει επίσης τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών που περιλαμβάνουν μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 5, καθώς επίσης και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο ή την παράγραφο 7, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 4. Σε άλλες περιπτώσεις, η παράγραφος 4 υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με την παράγραφο 4.

 

Άρθρο 10 - Αντικαταχρηστικός κανόνας για μόνιμες εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε τρίτες δικαιοδοσίες

1.Σε περίπτωση που:

α)μια επιχείρηση μίας Συμβαλλόμενης σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική

Συμφωνία Δικαιοδοσίας αποκτά εισόδημα από την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία και η πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία θεωρεί ότι το εισόδημα αυτό αποδίδεται σε μόνιμη εγκατάσταση της επιχείρησης που βρίσκεται σε μία τρίτη δικαιοδοσία και

β) τα κέρδη που αποδίδονται σε αυτή τη μόνιμη εγκατάσταση απαλλάσσονται από τον φόρο στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία,

τα προνόμια της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας δεν εφαρμόζονται σε στοιχεία εισοδήματος επί των οποίων ο φόρος στην τρίτη δικαιοδοσία είναι χαμηλότερος από το 60 τοις εκατό του φόρου που θα επιβαλλόταν στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σε αυτά τα στοιχεία εισοδήματος, εάν αυτή η μόνιμη εγκατάσταση βρισκόταν στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία. Στην περίπτωση αυτή, οποιοδήποτε εισόδημα για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου παραμένει φορολογητέο σύμφωνα με την εσωτερική νομοθεσία της άλλης Συμβαλλομένης Δικαιοδοσίας, ανεξαρτήτως οποιοσδήποτε άλλης διάταξης της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας.

2.Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται εάν το εισόδημα που αποκτάται από την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προκύπτει σε σχέση με ή είναι παρεπόμενη της ενεργούς άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μέσω της μόνιμης εγκατάστασης (εκτός από την άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων, διαχείρισης ή απλώς κατοχής επενδύσεων για λογαριασμό της ίδιας της επιχείρησης, εκτός εάν πρόκειται για τραπεζικές, ασφαλιστικές ή δραστηριότητες που σχετίζονται με κινητές αξίες που

ασκούνται από μία τράπεζα, ασφαλιστική επιχείρηση ή διαπιστευμένο διαπραγματευτή κινητών αξιών αντίστοιχα).

3.Εάν προνόμια σύμφωνα με μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία δεν χορηγούνται δυνάμει της παραγράφου 1 σε σχέση με ένα στοιχείο εισοδήματος που αποκτάται από κάτοικο μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, η αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας δύναται, παρ' όλα αυτά, να χορηγεί αυτά τα προνόμια σχετικά με αυτό το στοιχείο εισοδήματος, εάν, σε απάντηση αιτήματος αυτού του κατοίκου, αυτή η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι η χορήγηση των προνομίων αυτών είναι δικαιολογημένη λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους εξαιτίας των οποίων αυτός ο κάτοικος δεν εκπλήρωσε τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2. Η αρμόδια αρχή της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας στην οποία έχει υποβληθεί αίτημα σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο από κάτοικο της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας διαβουλεύεται με την αρμόδια αρχή αυτής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας πριν ικανοποιήσει ή απορρίψει το αίτημα.

4.Οι παράγραφοι 1 έως 3 εφαρμόζονται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που στερούν ή περιορίζουν τα προνόμια που διαφορετικά θα χορηγούνταν σε μία επιχείρηση μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας η οποία αποκτά εισόδημα από την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία το οποίο αποδίδεται στη μόνιμη εγκατάσταση της επιχείρησης που βρίσκεται σε τρίτη δικαιοδοσία.

5.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες,

β) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4,

γ)για το παρόν Άρθρο να εφαρμόζεται μόνο στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

6.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) ή β) της παραγράφου 5 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 4 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3. Σε άλλες περιπτώσεις, οι παράγραφοι 1 έως 3 υπερισχύουν των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με τις παραγράφους αυτές.

 

Άρθρο 11 - Εφαρμογή των Φορολογικών Συμφωνιών για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του

1.Μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία δεν επηρεάζει τη φορολόγηση από μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία των κατοίκων της, εκτός όσον αφορά στα προνόμια που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας:

α) που προβλέπουν ότι αυτή η Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία προβαίνει σε σχετική ή αντίστοιχη διόρθωση ως προς μία επιχείρηση αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας κατόπιν αρχικής διόρθωσης από την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, στο ποσό του φόρου που επιβλήθηκε στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία επί των κερδών μίας μόνιμης εγκατάστασης της επιχείρησης ή των κερδών μίας συνδεδεμένης επιχείρησης,

β) που ενδέχεται να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο αυτή η Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία φορολογεί ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο είναι κάτοικος αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, εάν αυτό το φυσικό πρόσωπο αποκτά εισόδημα από υπηρεσίες που παρέχονται προς την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία ή πολιτική υποδιαίρεση ή τοπική αρχή ή άλλο παρόμοιο οργανισμό αυτής,

γ)που ενδέχεται να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο αυτή η Συμβαλλόμενη

Δικαιοδοσία φορολογεί ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο είναι κάτοικος αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, εάν αυτό το φυσικό πρόσωπο είναι επίσης σπουδαστής, μαθητευόμενος ή εκπαιδευόμενος, ή δάσκαλος, καθηγητής, λέκτορας, εκπαιδευτής, ερευνητής ή υπότροφος έρευνας που πληροί τους όρους της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας,

δ) που προβλέπουν ότι αυτή η Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία παρέχει πίστωση φόρου ή εξαίρεση από τον φόρο για τους κατοίκους αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας σε σχέση με εισόδημα το οποίο η άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία δύναται να φορολογεί σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία (συμπεριλαμβανομένων των κερδών που αποδίδονται σε μία μόνιμη εγκατάσταση που βρίσκεται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία),

ε)που προστατεύουν τους κατοίκους αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας

έναντι ορισμένων πρακτικών διακριτικής φορολόγησης από αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία,

στ)που επιτρέπουν στους κατοίκους αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας να

αιτούνται στην αρμόδια αρχή αυτής ή και των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών να εξετάζει υποθέσεις επιβολής φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία,

ζ)που ενδέχεται να επηρεάσουν τον τρόπο με τον οποίο αυτή η Συμβαλλόμενη

Δικαιοδοσία φορολογεί ένα φυσικό πρόσωπο το οποίο είναι κάτοικος αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, όταν αυτό το φυσικό πρόσωπο είναι

μέλος διπλωματικής, κυβερνητικής ή προξενικής αποστολής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας,

η) που προβλέπουν ότι συντάξεις ή άλλες πληρωμές που καταβάλλονται σύμφωνα με την ασφαλιστική νομοθεσία της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας φορολογούνται μόνο σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία,

θ) που προβλέπουν ότι οι συντάξεις και παρόμοιες πληρωμές, πρόσοδοι, πληρωμές διατροφής ή άλλες πληρωμές συντήρησης που προκύπτουν στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία φορολογούνται μόνο σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, ή

ι)που διαφορετικά περιορίζουν ρητά το δικαίωμα μίας Συμβαλλόμενης

Δικαιοδοσίας να φορολογεί τους κατοίκους της ή που προβλέπουν ρητά ότι η Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία στην οποία προκύπτει ένα στοιχείο εισοδήματος έχει το αποκλειστικό δικαίωμα φορολόγησης αυτού του στοιχείου εισοδήματος.

2.Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες αναφέρουν ότι η Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία δεν θα επηρεάζει τη φορολόγηση από μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία των κατοίκων της.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες,

β) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

4.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) ή β) της παραγράφου 3 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 1. Σε άλλες περιπτώσεις, η παράγραφος 1 υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με την παράγραφο 1.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV.

ΑΠΟΦΥΓΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ

 

Άρθρο 12 - Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών

1.Ανεξαρτήτως των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες ορίζουν τον όρο «μόνιμη εγκατάσταση», αλλά τηρούμενων των διατάξεων της παραγράφου

2,σε περίπτωση που ένα πρόσωπο ενεργεί σε μία Συμβαλλόμενη στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσία για λογαριασμό μίας επιχείρησης και, ενεργώντας με τον τρόπο αυτό, συνάπτει συστηματικά συμβάσεις ή διαδραματίζει συστηματικά τον κύριο ρόλο στη σύναψη συμβάσεων που τακτικά συνάπτονται χωρίς ουσιώδη τροποποίηση από την επιχείρηση, και οι συμβάσεις αυτές είναι:

α)επ' ονόματι της επιχείρησης ή

β) για τη μεταβίβαση της κυριότητας ή για τη χορήγηση του δικαιώματος χρήσης περιουσίας η οποία ανήκει στην επιχείρηση αυτή ή την οποία η επιχείρηση έχει δικαίωμα να χρησιμοποιεί ή

γ)για την παροχή υπηρεσιών από την επιχείρηση αυτή,

η επιχείρηση αυτή θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σε σχέση με τις δραστηριότητες που αναλαμβάνει το πρόσωπο αυτό για λογαριασμό της επιχείρησης, εκτός αν αυτές οι δραστηριότητες, εάν ασκούνταν από την επιχείρηση μέσω ενός καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αυτής της επιχείρησης που βρίσκεται σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, δεν θα καθιστούσαν αυτόν τον καθορισμένο τόπο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μόνιμη εγκατάσταση σύμφωνα με τον ορισμό της μόνιμης εγκατάστασης που περιλαμβάνεται στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία (όπως ενδέχεται να τροποποιηθεί από την παρούσα Σύμβαση).

2.Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που το πρόσωπο που ενεργεί σε μία Συμβαλλόμενη στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσία για λογαριασμό μίας επιχείρησης της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας διεξάγει εργασίες στην πρώτη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία ως ανεξάρτητος αντιπρόσωπος και ενεργεί για την επιχείρηση στο πλαίσιο αυτής της συνήθους επιχειρηματικής του δραστηριότητας. Σε περίπτωση, ωστόσο, που ένα πρόσωπο ενεργεί αποκλειστικά ή σχεδόν αποκλειστικά για λογαριασμό μίας ή περισσοτέρων επιχειρήσεων με τις οποίες είναι στενά συνδεδεμένο, το πρόσωπο αυτό δεν θεωρείται ανεξάρτητος αντιπρόσωπος με την έννοια της παρούσας παραγράφου σε σχέση με οποιαδήποτε τέτοια επιχείρηση.

3.α)Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση των διατάξεων μίας

Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που αναφέρουν τους όρους υπό τους οποίους μία επιχείρηση θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία (ή ένα πρόσωπο θεωρείται ως μόνιμη εγκατάσταση σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία) σε σχέση με τη δραστηριότητα την οποία ένα πρόσωπο εκτός από αντιπρόσωπο ανεξάρτητου χαρακτήρα διεξάγει για την επιχείρηση, αλλά μόνο στον βαθμό

που οι διατάξεις αυτές αντιμετωπίζουν περιπτώσεις στις οποίες ένα τέτοιο πρόσωπο έχει, και ασκεί συστηματικά, σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία την εξουσία να συνάπτει συμβάσεις επ' ονόματι της επιχείρησης.

β) Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι μία επιχείρηση δεν θεωρείται ότι έχει μόνιμη εγκατάσταση σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σε σχέση με μία δραστηριότητα την οποία ένας αντιπρόσωπος ανεξάρτητου χαρακτήρα διεξάγει για την επιχείρηση.

4.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες.

5.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 4 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διατάξεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 3, καθώς επίσης και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε σχέση με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σε σχέση με αυτή τη διάταξη.

6.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 4 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 3, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται σε σχέση με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη.

 

Άρθρο 13 - Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων

1.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 2 (Επιλογή Α) ή την παράγραφο 3 (Επιλογή Β) ή να μην εφαρμόζει καμία Επιλογή.

Επιλογή Α

2.Ανεξαρτήτως των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες ορίζουν τον όρο «μόνιμη εγκατάσταση», ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:

α)τις δραστηριότητες που αναφέρονται ρητά στην Καλυπτόμενη Φορολογική

Συμφωνία (πριν την τροποποίησή της από την παρούσα Σύμβαση) ως δραστηριότητες που θεωρούνται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση, είτε αυτή η εξαίρεση από το καθεστώς μόνιμης εγκατάστασης εξαρτάται από το εάν οι δραστηριότητες είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα είτε όχι,

β)τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

αποκλειστικά με σκοπό τη διεξαγωγή, για λογαριασμό της επιχείρησης, οποιοσδήποτε δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στην υποπαράγραφο

α),

γ)τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

αποκλειστικά για οποιονδήποτε συνδυασμό δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους α) και β),

υπό τον όρο ότι κάθε τέτοια δραστηριότητα ή, στην περίπτωση της υποπαραγράφου γ), η συνολική δραστηριότητα του καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα.

Επιλογή Β

3.Ανεξαρτήτως των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες ορίζουν τον όρο «μόνιμη εγκατάσταση», ο όρος «μόνιμη εγκατάσταση» θεωρείται ότι δεν περιλαμβάνει:

α)τις δραστηριότητες που αναφέρονται ρητά σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική

Συμφωνία (πριν την τροποποίησή της από την παρούσα Σύμβαση) ως δραστηριότητες που θεωρούνται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση, είτε αυτή η εξαίρεση από το καθεστώς μόνιμης εγκατάστασης εξαρτάται από το εάν οι δραστηριότητες είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα είτε όχι, εκτός εάν και στον βαθμό που η σχετική διάταξη της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας προβλέπει ρητά ότι μία συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν θεωρείται ότι συνιστά μόνιμη εγκατάσταση υπό τον όρο ότι η δραστηριότητα είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα,

β)τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

αποκλειστικά με σκοπό τη διεξαγωγή, για λογαριασμό της επιχείρησης, οποιοσδήποτε δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στην υποπαράγραφο α), υπό τον όρο ότι αυτή η δραστηριότητα είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα,

γ)τη διατήρηση καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων

αποκλειστικά για οποιονδήποτε συνδυασμό δραστηριοτήτων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους α) και β), υπό τον όρο ότι η συνολική δραστηριότητα του καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που απορρέει από αυτόν τον συνδυασμό είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα.

4.Διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παράγραφο 2 ή 3) που απαριθμούν συγκεκριμένες δραστηριότητες που θεωρούνται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση δεν εφαρμόζονται σε έναν καθορισμένο τόπο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που χρησιμοποιείται ή διατηρείται από μία επιχείρηση εάν η ίδια επιχείρηση ή μία στενά συνδεδεμένη επιχείρηση διεξάγει

επιχειρηματικές δραστηριότητες στον ίδιο τόπο ή σε άλλο τόπο στην ίδια Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία και:

α)αυτός ο τόπος ή ο άλλος τόπος συνιστά μόνιμη εγκατάσταση για την

επιχείρηση ή τη στενά συνδεδεμένη επιχείρηση σύμφωνα με τις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που ορίζουν τη μόνιμη εγκατάσταση ή

β) η συνολική δραστηριότητα που προκύπτει από τον συνδυασμό των δραστηριοτήτων που διεξάγονται από τις δύο επιχειρήσεις στον ίδιο τόπο ή από την ίδια επιχείρηση ή στενά συνδεδεμένες επιχειρήσεις στους δύο τόπους δεν είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα,

υπό τον όρο ότι οι επιχειρηματικές δραστηριότητες που διεξάγονται από τις δύο επιχειρήσεις στον ίδιο τόπο ή από την ίδια επιχείρηση ή στενά συνδεδεμένες επιχειρήσεις στους δύο τόπους συνιστούν συμπληρωματικές λειτουργίες που αποτελούν μέρος μίας συνεκτικής επιχειρηματικής λειτουργίας.

5.α)Η παράγραφος 2 ή 3 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση των σχετικών μερών

των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που απαριθμούν συγκεκριμένες δραστηριότητες που θεωρούνται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση ακόμη και εάν οι δραστηριότητες διεξάγονται μέσω ενός καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (ή διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο).

β) Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παράγραφο 2 ή 3) που απαριθμούν συγκεκριμένες δραστηριότητες που θεωρούνται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση ακόμη και εάν οι δραστηριότητες διεξάγονται μέσω ενός καθορισμένου τόπου επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (ή διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που λειτουργούν με παρόμοιο τρόπο).

6.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες,

β) για την παράγραφο 2 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ρητά αναφέρονται σε κατάλογο συγκεκριμένων δραστηριοτήτων που θεωρούνται ότι δεν συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση μόνο εάν καθεμία από τις δραστηριότητες είναι προπαρασκευαστικού ή επιβοηθητικού χαρακτήρα,

γ)για την παράγραφο 4 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές

του Συμφωνίες.

7.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει μία Επιλογή σύμφωνα με την παράγραφο 1 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα την Επιλογή του. Αυτή η γνωστοποίηση περιλαμβάνει επίσης και τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που περιλαμβάνουν μία διάταξη που αναφέρεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 5, καθώς επίσης και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Μία Επιλογή εφαρμόζεται σε σχέση με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν επιλέξει να εφαρμόζουν την ίδια Επιλογή και έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη.

8.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α ή γ της παραγράφου 6 και δεν επιλέγει να εφαρμόζει κάποια Επιλογή σύμφωνα με την παράγραφο 1 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 5, καθώς και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται σε σχέση με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο ή την παράγραφο 7.

 

Άρθρο 14 - Κατάτμηση των συμβάσεων

1.Με μοναδικό σκοπό τον καθορισμό εάν η περίοδος (ή οι περίοδοι) που αναφέρεται σε μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η οποία ορίζει μία χρονική περίοδο (ή περιόδους) μετά την οποία συγκεκριμένα έργα ή δραστηριότητες συνιστούν μόνιμη εγκατάσταση, έχει καλυφθεί:

α)σε περίπτωση που μία επιχείρηση μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας

διεξάγει δραστηριότητες στην άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σε έναν τόπο που αποτελεί εργοτάξιο, έργο κατασκευής, έργο εγκατάστασης ή άλλο συγκεκριμένο έργο που προσδιορίζεται στη σχετική διάταξη μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, ή που διεξάγει δραστηριότητες επίβλεψης ή συμβουλευτικές δραστηριότητες σε σχέση με αυτό τον τόπο, στην περίπτωση διάταξης Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που αναφέρεται σε αυτές τις δραστηριότητες, και αυτές οι δραστηριότητες διεξάγονται κατά τη διάρκεια μίας ή περισσότερων χρονικών περιόδων που, συνολικά, υπερβαίνουν τις 30 ημέρες χωρίς να υπερβαίνουν την περίοδο ή τις περιόδους που αναφέρονται στη σχετική διάταξη της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας και

β) σε περίπτωση που συνδεδεμένες δραστηριότητες διεξάγονται σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία στο (ή, σε περίπτωση που η σχετική διάταξη της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας εφαρμόζεται σε δραστηριότητες επίβλεψης ή συμβουλευτικές δραστηριότητες, σε σχέση με το) ίδιο εργοτάξιο, έργο κατασκευής ή εγκατάστασης, ή άλλο μέρος που προσδιορίζεται στη σχετική διάταξη της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας κατά τη διάρκεια διαφορετικών χρονικών περιόδων, όπου η

καθεμία υπερβαίνει τις 30 ημέρες, από μία ή περισσότερες επιχειρήσεις που είναι στενά συνδεδεμένες με την πρώτη επιχείρηση,

αυτές οι διαφορετικές χρονικές περίοδοι προστίθενται στη συνολική χρονική περίοδο κατά την οποία η πρώτη επιχείρηση έχει διεξάγει δραστηριότητες σε αυτό το εργοτάξιο, έργο κατασκευής ή εγκατάστασης, ή άλλο μέρος που προσδιορίζεται στη σχετική διάταξη της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας.

2.Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας στον βαθμό που οι διατάξεις αυτές αντιμετωπίζουν την κατάτμηση των συμβάσεων σε πολλαπλά μέρη για την αποφυγή της εφαρμογής της χρονικής περιόδου ή περιόδων σε σχέση με την ύπαρξη μόνιμης εγκατάστασης για συγκεκριμένα έργα ή δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α)για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες

Φορολογικές του Συμφωνίες

β) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται σε σχέση με διατάξεις των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που αφορούν στην εξερεύνηση για φυσικούς πόρους και εκμετάλλευση αυτών.

4.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 3 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει μία διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 που δεν υπόκειται στην επιφύλαξη της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 3 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 στον βαθμό που προβλέπεται στην παράγραφο 2. Σε άλλες περιπτώσεις, η παράγραφος 1 υπερισχύει των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με την παράγραφο 1.

 

Άρθρο 15 - Ορισμός του στενά συνδεδεμένου με μία επιχείρηση προσώπου

1. Για τους σκοπούς των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες τροποποιούνται από την παράγραφο 2 του Άρθρου 12 (Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών), την παράγραφο 4 του Άρθρου 13 (Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων), ή την παράγραφο 1 του Άρθρου 14 (Κατάτμηση των συμβάσεων), ένα πρόσωπο είναι στενά συνδεδεμένο με μία επιχείρηση εάν, βάσει όλων των σχετικών γεγονότων και περιστάσεων, το ένα ασκεί έλεγχο στο άλλο ή και τα δύο είναι υπό τον έλεγχο των ίδιων προσώπων ή επιχειρήσεων. Σε κάθε περίπτωση, ένα πρόσωπο θεωρείται ότι είναι στενά συνδεδεμένο με μία επιχείρηση εάν το ένα κατέχει άμεσα ή έμμεσα περισσότερο από 50 τοις εκατό του κεφαλαίου του άλλου (ή, στην περίπτωση εταιρείας, περισσότερο από 50 τοις εκατό των συνολικών ψήφων και της αξίας

των μετοχών της εταιρείας ή του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας) ή εάν ένα άλλο πρόσωπο κατέχει άμεσα ή έμμεσα περισσότερο από 50 τοις εκατό του κεφαλαίου (ή, στην περίπτωση εταιρείας, περισσότερο από 50 τοις εκατό των συνολικών ψήφων και της αξίας των μετοχών της εταιρείας ή του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας) του προσώπου και της επιχείρησης.

2.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος που έχει διατυπώσει τις επιφυλάξεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του Άρθρου 12 (Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών), στην υποπαράγραφο α) ή γ) της παραγράφου 6 του Άρθρου 13 (Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων) και στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 3 του Άρθρου 14 (Κατάτμηση των συμβάσεων) μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες στις οποίες εφαρμόζονται αυτές οι επιφυλάξεις.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V.

ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

 

Άρθρο 16 - Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού

1.Στις περιπτώσεις που ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχουν ή θα έχουν για αυτό το πρόσωπο ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, αυτό το πρόσωπο μπορεί, ανεξάρτητα από τα μέσα θεραπείας που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, να θέσει την υπόθεση υπόψη της αρμόδιας αρχής οποιοσδήποτε εκ των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών. Η υπόθεση πρέπει να τεθεί υπόψη εντός τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας.

2.Η αρμόδια αρχή προσπαθεί, εάν θεωρήσει βάσιμη την ένσταση και εάν η ίδια δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική λύση, να επιλύσει την υπόθεση με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, με σκοπό την αποφυγή της φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία. Οποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τις προθεσμίες που ορίζονται στην εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών.

3.Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών προσπαθούν να επιλύουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδήποτε δυσχέρειες ή αμφιβολίες ανακύπτουν ως προς την ερμηνεία ή εφαρμογή της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας. Μπορούν επίσης να διαβουλεύονται για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

4.α)i) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση

ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (ή μερών της) που προβλέπουν ότι στις περιπτώσεις που ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή καιτων δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχουν ή θα έχουν για το πρόσωπο αυτό ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, αυτό το πρόσωπο μπορεί, ανεξάρτητα από τα μέσα θεραπείας που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, να θέσει την υπόθεση υπόψη της αρμόδιας αρχής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας της οποίας είναι κάτοικος, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων σύμφωνα με τις οποίες, εάν η υπόθεση που παρουσιάζεται από αυτό το πρόσωπο υπάγεται στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετικά με την απαγόρευση των διακρίσεων βάσει υπηκοότητας, η υπόθεση μπορεί να τεθεί υπόψη της αρμόδιας αρχής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας της οποίας αυτό το πρόσωπο είναι υπήκοος.

ii)

β) i)

ii)Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι μία υπόθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 πρέπει να παρουσιαστεί εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου η οποία είναι μικρότερη των τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, ή ελλείψει μίας διάταξης μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που αναφέρει τη χρονική περίοδο εντός της οποίας μία τέτοια υπόθεση πρέπει να παρουσιαστεί.

Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 εφαρμόζεται ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι η αρμόδια αρχή υπόψη της οποίας τίθεται η υπόθεση από το πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 προσπαθεί, εάν θεωρήσει βάσιμη την ένσταση και εάν η ίδια δεν μπορεί να δώσει ικανοποιητική λύση, να επιλύσει την υπόθεση με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, με σκοπό την αποφυγή της φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 εφαρμόζεται ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι οποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τις προθεσμίες που ορίζονται στην εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών.

V) i) ii)Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 εφαρμόζεται ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών προσπαθούν να επιλύουν με αμοιβαία συμφωνία οποιεσδήποτε δυσχέρειες ή αμφιβολίες ανακύπτουν ως προς την ερμηνεία ή εφαρμογή της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας.

Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 εφαρμόζεται ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών μπορούν να διαβουλεύονται για την αποφυγή της διπλής φορολογίας σε περιπτώσεις που δεν προβλέπονται από την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

5. Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α)για το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, εφόσον προτίθεται να συμμορφωθεί με το ελάχιστο πρότυπο για τη βελτίωση της επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το πακέτο ΔΦΒΜΚ των OOZA/G20 διασφαλίζοντας ότι σύμφωνα με καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες (εκτός από Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες οι οποίες επιτρέπουν σε ένα πρόσωπο να θέσει μία υπόθεση υπόψη της αρμόδιας αρχής οποιοσδήποτε έκτων δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών), στις περιπτώσεις που ένα πρόσωπο θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχουν ή θα έχουν για το πρόσωπο αυτό ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, ανεξάρτητα από τα μέσα θεραπείας που προβλέπονται από την εσωτερική νομοθεσία αυτών των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, αυτό το πρόσωπο μπορεί να θέσει την υπόθεση υπόψη της αρμόδιας αρχής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας της οποίας αυτό το πρόσωπο είναι κάτοικος ή, εάν η υπόθεση που παρουσιάζεται από αυτό το πρόσωπο υπάγεται στις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετικά με την απαγόρευση των διακρίσεων βάσει υπηκοότητας, στην αρμόδια αρχή της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας της οποίας το πρόσωπο αυτό είναι υπήκοος και ότι η αρμόδια αρχή αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας θα εφαρμόσει μία διαδικασία διμερούς κοινοποίησης ή διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας για υποθέσεις στις οποίες η αρμόδια αρχή υπόψη της οποίας τίθεται η υπόθεση αμοιβαίου διακανονισμού δεν θεωρεί την ένσταση του φορολογούμενου βάσιμη,

β)για το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 να μην εφαρμόζεται στις

Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που δεν προβλέπουν ότι η υπόθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 πρέπει να παρουσιάζεται εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, εφόσον προτίθεται να συμμορφωθεί με το ελάχιστο πρότυπο για τη βελτίωση της επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το πακέτο ΔΦΒΜΚ των ΟΟΣΑ 20, διασφαλίζοντας ότι για τους σκοπούς όλων αυτών των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών ο φορολογούμενος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να παρουσιάζει την υπόθεση εντός μίας περιόδου τουλάχιστον τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας,

γ)για το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 να μην εφαρμόζεται στις

Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες εφόσον για τους σκοπούς όλων αυτών των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του:

i) οποιαδήποτε συμφωνία επιτευχθεί μέσω της διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού εφαρμόζεται ανεξάρτητα από τις προθεσμίες που ορίζονται στην εσωτερική νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών ή

ii) προτίθεται να συμμορφωθεί με το ελάχιστο πρότυπο νια τΠ βελτίωση της επίλυσης διαφορών σύμφωνα με το πακέτο ΔΦΒΜΚ των OOZA/G20 αποδεχόμενο σε διαπραγματεύσεις διμερούς Συμφωνίας του διατάξεις οι οποίες προβλέπουν ότι:

Α)οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες δεν προβαίνουν σε

διόρθωση κερδών που αποδίδονται σε μία μόνιμη εγκατάσταση επιχείρησης μίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών μετά από μία περίοδο που έχει αμοιβαία συμφωνηθεί μεταξύ των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών η οποία εκκινεί από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο τα κέρδη θα αποδίδονταν στη μόνιμη εγκατάσταση (η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση απάτης, βαριάς αμέλειας ή εσκεμμένης αθέτησης), και

Β) οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες δεν περιλαμβάνουν στα κέρδη μίας επιχείρησης, και φορολογούν αναλόγως, τα κέρδη που θα αποδίδονταν στην επιχείρηση, αλλά λόγω των όρων που αναφέρονται στις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετικά με τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις δεν έχουν αποδοθεί, μετά από μία περίοδο που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δύο Συμβαλλομένων Δικαιοδοσιών η οποία εκκινεί από το τέλος του φορολογικού έτους κατά το οποίο τα κέρδη θα αποδίδονταν στην επιχείρηση (η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση απάτης, βαριάς αμέλειας ή εσκεμμένης αθέτησης).

6.α)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που

προβλέπεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 5 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην περίπτωση i) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 4 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, αυτή η διάταξη αντικαθίσταται από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1. Σε άλλες περιπτώσεις, το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με το εδάφιο αυτό.

β)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει επιφύλαξη που

προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 5 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα:

i) τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που περιλαμβάνουν διάταξη που προβλέπει ότι μία υπόθεση που

αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 πρέπει να παρουσιάζεται εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, η οποία είναι μικρότερη από διάστημα τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, καθώς επίσης και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας αντικαθίσταται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με αυτή τη διάταξη. Σε άλλες περιπτώσεις, με την επιφύλαξη της περίπτωσης ii), το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που αυτές οι διατάξεις είναι ασύμβατες με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1,

ii) τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που περιλαμβάνουν διάταξη που προβλέπει ότι μία υπόθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 πρέπει να παρουσιάζεται εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου τουλάχιστον τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, καθώς επίσης και τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία σε περίπτωση που οποιαδήποτε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία έχει προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

γ)Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα:

i)τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που δεν περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην περίπτωση i) της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία,

ii)στην περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην υποπαράγραφο γ) της παραγράφου 5, τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που δεν περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην περίπτωση ii) της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 εφαρμόζεται σε μία

Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνο σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

δ) Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα:

i)τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που

δεν περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην περίπτωση i) της υποπαραγράφου γ) της παραγράφου 4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνοσεπερίπτωσηπουόλες οιΣυμβαλλόμενες

Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία,

ii)τον κατάλογο των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών του που

δεν περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην περίπτωση ii) της υποπαραγράφου γ) της παραγράφου 4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 εφαρμόζεται σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία μόνοσεπερίπτωσηπουόλες οιΣυμβαλλόμενες

Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

 

Άρθρο 17 - Αντίστοιχες διορθώσεις

1.Σε περίπτωση που μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία περιλαμβάνει στα κέρδη μίας επιχείρησης αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας - και φορολογεί αναλόγως - κέρδη για τα οποία μία επιχείρηση της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας έχει φορολογηθεί σε αυτή την άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία και τα κέρδη που περιελήφθησαν με αυτό τον τρόπο είναι κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση της πρώτης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας, εάν οι όροι που επικρατούν μεταξύ των δύο επιχειρήσεων ήταν οι ίδιοι με εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τότε αυτή η άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία διορθώνει ανάλογα το ποσό του φόρου που έχει επιβληθεί σε αυτή τη Δικαιοδοσία επί αυτών των κερδών. Κατά τον καθορισμό μίας τέτοιας διόρθωσης πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι λοιπές διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας και οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών διαβουλεύονται, εάν κριθεί απαραίτητο.

2.Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διάταξης που προβλέπει ότι μία Συμβαλλομένη Δικαιοδοσία προβαίνει σε ανάλογη διόρθωση του ποσού του φόρου που έχει επιβληθεί σε αυτή τη Δικαιοδοσία επί των κερδών μίας επιχείρησης αυτής της Συμβαλλομένης Δικαιοδοσίας, σε περίπτωση που η άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία περιλαμβάνει τα κέρδη αυτά στα κέρδη μίας επιχείρησης αυτής της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας και φορολογεί αναλόγως τα κέρδη αυτά, και τα κέρδη που περιελήφθησαν με αυτό τον τρόπο είναι κέρδη τα οποία θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση αυτής της άλλης Συμβαλλομένης Δικαιοδοσίας, εάν οι όροι που επικρατούν μεταξύ των δύο

επιχειρήσεων ήταν οι ίδιοι με εκείνους που θα επικρατούσαν μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος:

α) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες που ήδη περιλαμβάνουν διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2,

β) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, εφόσον ελλείψει διάταξης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες:

i)προβαίνει σε ανάλογη διόρθωση που αναφέρεται στην παράγραφο

1 ή

ii)η αρμόδια αρχή του προσπαθεί να επιλύει την υπόθεση σύμφωνα με τις διατάξεις μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετικά με τη Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού,

γ)στην περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο μέρος έχει διατυπώσει επιφύλαξη

σύμφωνα με την περίπτωση ii) της υποπαραγράφου γ) της παραγράφου 5 του Άρθρου 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού) για το σύνολο του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, εφόσον σε διαπραγματεύσεις διμερούς Συμφωνίας του αποδέχεται διατάξεις όπως αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υπό τον όρο ότι οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τις διατάξεις αυτές και σχετικά με τις διατάξεις που περιγράφονται στην περίπτωση ii) της υποπαραγράφου γ) της παραγράφου 5 του Άρθρου 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού).

4.Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 3 γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμία από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες περιλαμβάνει διάταξη που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Σε περίπτωση που όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση σχετικά με διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις της παραγράφου 1. Σε άλλες περιπτώσεις, η παράγραφος 1 υπερισχύει των διατάξεων της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας μόνο στον βαθμό που οι διατάξεις αυτές είναι ασύμβατες με την παράγραφο 1.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI.

ΔΙΑΙΤΗΣΙΑ

 

Άρθρο 18 - Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI

Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιλέγει να εφαρμόζει το παρόν Κεφάλαιο αναφορικά με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες και προβαίνει στην ανάλογη γνωστοποίηση προς τον Θεματοφύλακα. Το παρόν Κεφάλαιο εφαρμόζεται σε δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες σε σχέση με μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, μόνο σε περίπτωση που και οι δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε τέτοια γνωστοποίηση.

 

Άρθρο 19 - Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία

1.Σε περίπτωση που:

α)σύμφωνα με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας [όπως

ενδέχεται να τροποποιηθεί από την παράγραφο 1 του Άρθρου 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού)], η οποία προβλέπει ότι ένα πρόσωπο μπορεί να θέσει μία υπόθεση υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό θεωρεί ότι οι ενέργειες ενός ή και των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχουν ή θα έχουν ως αποτέλεσμα για το πρόσωπο αυτό την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως ενδέχεται να τροποποιηθεί από την παρούσα Σύμβαση), ένα πρόσωπο έχει θέσει μία υπόθεση υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας με βάση ότι οι ενέργειες μίας ή και των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχουν για το πρόσωπο αυτό ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας η οποία δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως ενδέχεται να τροποποιηθεί από την παρούσα Σύμβαση) και

β) οι αρμόδιες αρχές δεν είναι σε θέση να καταλήξουν σε συμφωνία για την επίλυση της υπόθεσης αυτής δυνάμει μίας διάταξης μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας [όπως ενδέχεται να τροποποιηθεί από την παράγραφο 2 του Άρθρου 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού)] η οποία προβλέπει ότι η αρμόδια αρχή προσπαθεί να επιλύει την υπόθεση με αμοιβαία συμφωνία με την αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας εντός χρονικής περιόδου δύο ετών που εκκινεί από την ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην παράγραφο 8 ή 9, κατά περίπτωση (εκτός εάν, πριν την λήξη αυτής της χρονικής περιόδου, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχουν συμφωνήσει διαφορετική χρονική περίοδο σχετικά με τη συγκεκριμένη υπόθεση και έχουν ενημερώσει το πρόσωπο που υπέβαλε την υπόθεση σχετικά με την εν λόγω συμφωνία),

οποιαδήποτε ανεπίλυτα ζητήματα προκύπτουν από την υπόθεση, εφόσον το πρόσωπο το αιτηθεί εγγράφως, υποβάλλονται σε διαιτησία κατά τον τρόπο που ορίζεται στο παρόν Κεφάλαιο, σύμφωνα με οποιουσδήποτε κανόνες ή διαδικασίες συμφωνήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου

10.

2.Σε περίπτωση που μία αρμόδια αρχή έχει αναστείλει τη διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 επειδή μία υπόθεση που σχετίζεται με ένα ή περισσότερα από τα ίδια ζητήματα εκκρεμεί ενώπιον πολιτικών, ποινικών ή διοικητικών δικαστηρίων, η προθεσμία που προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1 διακόπτεται είτε μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση από το δικαστήριο είτε μέχρι η υπόθεση να ανασταλεί ή απορριφθεί. Επιπρόσθετα, σε περίπτωση που ένα πρόσωπο το οποίο υπέβαλε μία υπόθεση και μία αρμόδια αρχή έχουν συμφωνήσει να αναστείλουν τη διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού, η προθεσμία που προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1 διακόπτεται μέχρι την άρση της αναστολής.

3.Σε περίπτωση που οι δύο αρμόδιες αρχές συμφωνούν ότι ένα πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση έχει παραλείψει να παράσχει εγκαίρως οποιαδήποτε πρόσθετη ουσιώδη πληροφορία ζητείται από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή μετά την έναρξη της προθεσμίας που προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1, η προθεσμία που προβλέπεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 1 παρατείνεται για χρονικό διάστημα ίσο με τη χρονική περίοδο που εκκινεί την ημερομηνία κατά την οποία ζητήθηκε η πληροφορία και λήγει την ημερομηνία κατά την οποία παρασχέθηκε η πληροφορία αυτή.

4α)Η διαιτητική απόφαση σχετικά με τα ζητήματα που υποβάλλονται σε

διαιτησία εφαρμόζεται μέσω της αμοιβαίας συμφωνίας η οποία αφορά στην υπόθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Η διαιτητική απόφαση είναι οριστική.

β) Η διαιτητική απόφαση είναι δεσμευτική και για τις δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες εκτός από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

i) εάν ένα πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση δεν αποδέχεται την αμοιβαία συμφωνία η οποία θέτει σε εφαρμογή τη διαιτητική απόφαση. Σε μία τέτοια περίπτωση, η υπόθεση δεν τυγχάνει περαιτέρω εξέτασης από τις αρμόδιες αρχές. Η αμοιβαία συμφωνία η οποία θέτει σε εφαρμογή τη διαιτητική απόφαση επί της υπόθεσης θεωρείται ότι δεν γίνεται αποδεκτή από ένα πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση, εάν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση, εντός 60 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία κοινοποιήθηκε η αμοιβαία συμφωνία στο πρόσωπο, δεν αποσύρει όλα τα ζητήματα που επιλύθηκαν με την αμοιβαία συμφωνία που θέτει σε εφαρμογή τη διαιτητική απόφαση τα οποία εκκρεμοδικούν ενώπιον πολιτικών, ποινικών ή διοικητικών δικαστηρίων ή δεν τερματίσει οριστικά οποιαδήποτε διοικητική ή δικαστική διαδικασία εκκρεμεί και είναι

σχετική με αυτά τα ζητήματα κατά τρόπο συνεπή με την εν λόγω αμοιβαία συμφωνία.

ii)εάν σε τελεσίδικη απόφαση των δικαστηρίων μίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι η διαιτητική απόφαση είναι άκυρη. Σε αυτή την περίπτωση, το αίτημα για διαιτησία σύμφωνα με την παράγραφο 1 θεωρείται ότι δεν έχει υποβληθεί και η διαιτητική διαδικασία θεωρείται ότι δεν έχει πραγματοποιηθεί [παρά μόνο για τους σκοπούς των Άρθρων 21 (Εμπιστευτικότητα της Διαιτητικής Διαδικασίας) και 25 (Εξοδα Διαιτητικής Διαδικασίας)]. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να κατατεθεί νέο αίτημα για διαιτησία, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές συμφωνούν ότι ένα τέτοιο νέο αίτημα δεν πρέπει να επιτραπεί.

iii)εάν ένα πρόσωπο το οποίο επηρεάζεται άμεσα από την υπόθεση επιδιώκει την εκδίκαση, ενώπιον οποιουδήποτε πολιτικού, ποινικού ή διοικητικού δικαστηρίου, των ζητημάτων τα οποία επιλύθηκαν μέσω της αμοιβαίας συμφωνίας η οποία θέτει σε εφαρμογή τη διαιτητική απόφαση.

5.Η αρμόδια αρχή η οποία έλαβε το αρχικό αίτημα για διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού, όπως ορίζεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1, εντός δύο ημερολογιακών μηνών από τη λήψη του αιτήματος:

α)γνωστοποιεί στο πρόσωπο που υπέβαλε την υπόθεση ότι παρέλαβε το

αίτημα και

β) αποστέλλει γνωστοποίηση του αιτήματος μαζί με αντίγραφο αυτού στην αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.

6.Εντός τριών ημερολογιακών μηνών αφότου μία αρμόδια αρχή παραλαμβάνει το αίτημα για διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού (ή αντίγραφο αυτού από την αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας) είτε:

α)ενημερώνει το πρόσωπο που έχει υποβάλει την υπόθεση και την άλλη

αρμόδια αρχή ότι έχει λάβει τις απαραίτητες πληροφορίες για να προβεί σε ουσιαστική εξέταση της υπόθεσης είτε

β) ζητά πρόσθετες πληροφορίες από το εν λόγω πρόσωπο για τον σκοπό αυτό.

7.Σε περίπτωση που δυνάμει της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 6 μία ή και οι δύο αρμόδιες αρχές έχουν ζητήσει από το πρόσωπο που υπέβαλε την υπόθεση πρόσθετες πληροφορίες οι οποίες είναι απαραίτητες για να ξεκινήσει ουσιαστική εξέταση της υπόθεσης, η αρμόδια αρχή η οποία ζήτησε τις πρόσθετες πληροφορίες εντός τριών ημερολογιακών μηνών από τη λήψη των πρόσθετων πληροφοριών από αυτό το πρόσωπο γνωστοποιεί στο πρόσωπο αυτό και στην άλλη αρμόδια αρχή ότι είτε:

α) έχει λάβει τις πληροφορίες που ζητήθηκαν είτε

β)κάποιες από τις πληροφορίες που ζητήθηκαν δεν έχουν ακόμη προσκομισθεί.

8.Σε περίπτωση που καμία αρμόδια αρχή δεν έχει ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες δυνάμει της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 6, η ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι η προγενέστερη από τις ακόλουθες:

α)την ημερομηνία κατά την οποία και οι δύο αρμόδιες αρχές έχουν ενημερώσει

το πρόσωπο το οποίο υπέβαλε την υπόθεση δυνάμει της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 6 και

β)την ημερομηνία η οποία είναι τρεις ημερολογιακούς μήνες μετά τη

γνωστοποίηση στην αρμόδια αρχή της άλλης Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας δυνάμει της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 5.

9.Σε περίπτωση που έχουν ζητηθεί πρόσθετες πληροφορίες δυνάμει της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 6, η ημερομηνία έναρξης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 είναι η προγενέστερη από τις ακόλουθες:

α) την τελευταία ημερομηνία κατά την οποία οι αρμόδιες αρχές οι οποίες ζήτησαν πρόσθετες πληροφορίες έχουν ενημερώσει το πρόσωπο το οποίο υπέβαλε την υπόθεση και την άλλη αρμόδια αρχή δυνάμει της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 7 και

β)την ημερομηνία η οποία είναι τρεις ημερολογιακούς μήνες μετά τη λήψη και

από τις δύο αρμόδιες αρχές όλων των πληροφοριών που ζητήθηκαν από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή από το πρόσωπο που υπέβαλε την υπόθεση.

Εάν, ωστόσο, μία ή και οι δύο αρμόδιες αρχές αποστείλουν τη γνωστοποίηση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 7, η γνωστοποίηση αυτή αντιμετωπίζεται ως αίτημα για πρόσθετες πληροφορίες σύμφωνα με την υποπαράγραφο β) της παραγράφου 6.

10.Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών (δυνάμει του άρθρου της σχετικής Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας αναφορικά με τις διαδικασίες αμοιβαίου διακανονισμού) καθορίζουν με αμοιβαία συμφωνία τον τρόπο εφαρμογής των διατάξεων που περιλαμβάνονται στο παρόν Κεφάλαιο, συμπεριλαμβανομένων των ελάχιστων πληροφοριών που είναι απαραίτητες για κάθε αρμόδια αρχή έτσι ώστε να προβεί σε ουσιαστική εξέταση της υπόθεσης. Μία τέτοια συμφωνία συνάπτεται πριν την ημερομηνία κατά την οποία τα ανεπίλυτα ζητήματα μίας υπόθεσης τυγχάνουν υπαγωγής σε διαιτησία και δύναται να τροποποιηθεί κατά καιρούς στη συνέχεια.

11.Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Άρθρου στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες, ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιφυλαχθεί του δικαιώματος να

αντικαταστήσει τη διετή χρονική περίοδο που ορίζεται στην υποπαράνραφο β) της παραγράφου 1 με μία τριετή χρονική περίοδο.

12.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για τους ακόλουθους κανόνες να εφαρμόζονται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες ανεξάρτητα από τις άλλες διατάξεις του παρόντος Άρθρου:

α)οποιοδήποτε ανεπίλυτο ζήτημα το οποίο προκύπτει από μία υπόθεση

Διαδικασίας Αμοιβαίου Διακανονισμού και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διαιτητικής διαδικασίας που προβλέπεται στην παρούσα Σύμβαση, δεν υπάγεται σε διαιτησία, εάν έχει ήδη εκδοθεί δικαστική απόφαση επί του ζητήματος αυτού από πολιτικό, ποινικό ή διοικητικό δικαστήριο σε οποιαδήποτε από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες,

β)εάν, σε οποιαδήποτε στιγμή μετά το αίτημα για διαιτησία και πριν την

υποβολή της απόφασης της διαιτητικής επιτροπής στις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, εκδοθεί απόφαση σχετικά με το ζήτημα από πολιτικό, ποινικό ή διοικητικό δικαστήριο μίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, η διαιτητική διαδικασία περατώνεται.

 

Άρθρο 20 - Διορισμός Διαιτητών

1.Εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών συμφωνήσουν αμοιβαία στην εφαρμογή διαφορετικών κανόνων, οι παράγραφοι 2 έως 4 εφαρμόζονται για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου.

2.Οι ακόλουθοι κανόνες διέπουν τον διορισμό των μελών μίας διαιτητικής επιτροπής:

α)Η διαιτητική επιτροπή αποτελείται από τρία μέλη με ειδίκευση ή εμπειρία

σε διεθνή φορολογικά θέματα.

β)Κάθε αρμόδια αρχή διορίζει ένα μέλος επιτροπής εντός 60 ημερών από την

ημερομηνία υποβολής του αιτήματος υπαγωγής σε διαιτησία σύμφωνα με την παράγραφο 1 του Άρθρου 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία). Τα δύο μέλη της επιτροπής τα οποία διορίζονται με τον τρόπο αυτό, διορίζουν, εντός 60 ημερών από τον τελευταίο εκ των διορισμών τους, ένα τρίτο μέλος το οποίο ενεργεί ως Πρόεδρος της διαιτητικής επιτροπής. Ο Πρόεδρος δεν είναι υπήκοος ή κάτοικος καμίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών.

γ) Κάθε μέλος το οποίο διορίζεται στη διαιτητική επιτροπή πρέπει να είναι αμερόληπτο και ανεξάρτητο από τις αρμόδιες αρχές, φορολογικές διοικήσεις και Υπουργεία Οικονομικών των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών και από όλα τα πρόσωπα τα οποία επηρεάζονται άμεσα από την υπόθεση (καθώς και τους συμβούλους τους) κατά τον χρόνο αποδοχής του διορισμού, να διατηρεί την αμεροληψία και ανεξαρτησία του καθ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και να αποφεύγει για ένα εύλογο χρονικό διάστημα στη

συνέχεια κάθε συμπεριφορά, η οποία μπορεί να βλάψει την αμεροληψία και ανεξαρτησία των διαιτητών σχετικά με τις διαδικασίες.

3.Στην περίπτωση που η αρμόδια αρχή μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας παραλείψει να διορίσει μέλος της διαιτητικής επιτροπής με τον τρόπο και εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο 2 ή που έχουν συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, ένα μέλος διορίζεται για λογαριασμό εκείνης της αρμόδιας αρχής από το πιο υψηλόβαθμο στέλεχος του Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής και Διοίκησης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ο οποίος δεν είναι υπήκοος καμίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών.

4.Εάν τα δύο αρχικά μέλη της διαιτητικής επιτροπής παραλείψουν να ορίσουν τον Πρόεδρο με τον τρόπο και εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο 2 ή που έχουν συμφωνηθεί από τις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, ο Πρόεδρος διορίζεται από το πιο υψηλόβαθμο στέλεχος του Κέντρου Φορολογικής Πολιτικής και Διοίκησης του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης ο οποίος δεν είναι υπήκοος καμίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών.

 

Άρθρο 21 - Εμπιστευτικότητα της Διαιτητικής Διαδικασίας

1.Αποκλειστικά για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου και των διατάξεων της σχετικής Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας και της εσωτερικής νομοθεσίας των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών που σχετίζονται με την ανταλλαγή πληροφοριών, την εμπιστευτικότητα και τη διοικητική συνδρομή, τα μέλη της διαιτητικής επιτροπής και ένας μέγιστος αριθμός τριών μελών προσωπικού ανά μέλος (και πιθανοί διαιτητές αποκλειστικά στον βαθμό που απαιτείται ώστε να επιβεβαιωθεί η ικανότητά τους να εκπληρώνουν τις απαιτήσεις ενός διαιτητή) θεωρούνται ότι είναι πρόσωπα ή αρχές στις οποίες μπορούν να αποκαλύπτονται πληροφορίες. Οι πληροφορίες που λαμβάνονται από τη διαιτητική επιτροπή ή τους πιθανούς διαιτητές και οι πληροφορίες που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές από τη διαιτητική επιτροπή, θεωρούνται πληροφορίες οι οποίες ανταλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διοικητική συνδρομή.

2.Οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών διασφαλίζουν ότι τα μέλη της διαιτητικής επιτροπής και το προσωπικό τους συμφωνούν εγγράφως, πριν από οποιαδήποτε ενέργειά τους σε διαιτητική διαδικασία, ότι θα χειρίζονται κάθε πληροφορία που σχετίζεται με τη διαιτητική διαδικασία σύμφωνα με τις υποχρεώσεις τήρησης της εμπιστευτικότητας και μη αποκάλυψης που προβλέπονται στις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας σχετικά με την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διοικητική συνδρομή και σύμφωνα με την εφαρμοστέα νομοθεσία των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών.

 

Άρθρο 22 - Επίλυση μίας υπόθεσης πριν την ολοκλήρωση της Διαιτησίας

Για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου και των διατάξεων της σχετικής Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που προβλέπουν την επίλυση υποθέσεων μέσω αμοιβαίας συμφωνίας, η διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού, καθώς και η διαιτητική διαδικασία,

σχετικά με μία υπόθεση περατώνονται εάν, σε οποιαδήποτε στιγμή μετά την υποβολή αιτήματος για υπαγωγή σε διαιτησία και πριν η διαιτητική επιτροπή υποβάλει την απόφασή της στις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών:

α) οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών επιτύχουν μία αμοιβαία συμφωνία επίλυσης της υπόθεσης ή

β) το πρόσωπο το οποίο υπέβαλε την υπόθεση αποσύρει το αίτημα για διαιτησία ή το αίτημα για διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού.

 

Άρθρο 23 - Τύπος Διαιτητικής Διαδικασίας

1.Εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών συμφωνήσουν αμοιβαία επί διαφορετικών κανόνων, οι ακόλουθοι κανόνες εφαρμόζονται στη διαιτητική διαδικασία σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο:

α) Αφότου μία υπόθεση υπαχθεί σε διαιτησία, η αρμόδια αρχή κάθε Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας υποβάλλει στη διαιτητική επιτροπή, έως μία ημερομηνία η οποία ορίζεται με συμφωνία, μία πρόταση επίλυσης η οποία διευθετεί όλα τα ανεπίλυτα ζητήματα της υπόθεσης (λαμβάνοντας υπόψη όλες τις συμφωνίες οι οποίες έχουν προηγουμένως επιτευχθεί σχετικά με την εν λόγω υπόθεση μεταξύ των αρμόδιων αρχών των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών). Η πρόταση επίλυσης περιορίζεται στην αναφορά συγκεκριμένων χρηματικών ποσών (για παράδειγμα, εισοδήματος ή δαπανών) ή, όπου ορίζεται, στον μέγιστο συντελεστή φόρου σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, για κάθε διόρθωση ή παρόμοιο ζήτημα επί της υπόθεσης. Σε περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών δεν είναι σε θέση να επιτύχουν συμφωνία επί ζητήματος που αφορά στις προϋποθέσεις εφαρμογής μίας διάταξης της σχετικής Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας [στο εξής αναφερομένου ως «θεμελιώδους ζητήματoς»("threshold question")], όπως το εάν ένα φυσικό πρόσωπο είναι κάτοικος ή εάν υφίσταται μόνιμη εγκατάσταση, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να υποβάλλουν εναλλακτικές προτάσεις επίλυσης αναφορικά με ζητήματα, ο προσδιορισμός των οποίων εξαρτάται από την επίλυση τέτοιων θεμελιωδών ζητημάτων.

β) Η αρμόδια αρχή κάθε Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας μπορεί επίσης να υποβάλλει ένα υποστηρικτικό έγγραφο διατύπωσης θέσεων για εξέταση από τη διαιτητική επιτροπή. Κάθε αρμόδια αρχή η οποία υποβάλλει πρόταση επίλυσης ή υποστηρικτικό έγγραφο διατύπωσης θέσεων παρέχει αντίγραφο στην άλλη αρμόδια αρχή έως την ημερομηνία κατά την οποία πρέπει να υποβληθούν η πρόταση επίλυσης και το υποστηρικτικό έγγραφο διατύπωσης θέσεων. Κάθε αρμόδια αρχή μπορεί επίσης να υποβάλλει στη διαιτητική επιτροπή, έως μία ημερομηνία η οποία ορίζεται με συμφωνία, μία απαντητική έκθεση σχετικά με την πρόταση επίλυσης και το υποστηρικτικό έγγραφο διατύπωσης θέσεων που υποβλήθηκαν από την άλλη αρμόδια

αρχή. Αντίγραφο οποιοσδήποτε απαντητικής έκθεσης παρέχεται στην άλλη αρμόδια αρχή έως την ημερομηνία κατά την οποία πρέπει να υποβληθεί η απαντητική έκθεση.

γ)Η διαιτητική επιτροπή επιλέγει ως απόφασή της μία από τις προτάσεις

επίλυσης σχετικά με την υπόθεση που υποβλήθηκαν από τις αρμόδιες αρχές σχετικά με κάθε θέμα και κάθε θεμελιώδες ζήτημα και δεν περιλαμβάνει αιτιολόγηση ή άλλη εξήγηση της απόφασης. Η διαιτητική απόφαση θα υιοθετείται με απλή πλειοψηφία των μελών της επιτροπής. Η διαιτητική επιτροπή υποβάλλει την απόφασή της εγγράφως στις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών. Η διαιτητική απόφαση δεν δημιουργεί δεσμευτικό προηγούμενο.

2.Για τον σκοπό εφαρμογής του παρόντος Άρθρου σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για την παράγραφο 1 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες. Σε μία τέτοια περίπτωση, εκτός εάν οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών συμφωνούν αμοιβαία επί διαφορετικών κανόνων, οι ακόλουθοι κανόνες εφαρμόζονται σχετικά με μία διαιτητική διαδικασία:

α) Αφότου μία υπόθεση υπαχθεί σε διαιτησία, η αρμόδια αρχή κάθε Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας παρέχει σε όλα τα μέλη της επιτροπής οποιαδήποτε πληροφορία μπορεί να είναι απαραίτητη για την έκδοση διαιτητικής απόφασης χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Εάν οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών δεν συμφωνήσουν διαφορετικά, οποιαδήποτε πληροφορία δεν ήταν διαθέσιμη και στις δύο αρμόδιες αρχές πριν τη λήψη του αιτήματος για υπαγωγή σε διαιτησία και από τις δύο εξ αυτών δεν λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της απόφασης.

β) Η διαιτητική επιτροπή αποφασίζει επί των ζητημάτων που υπάγονται σε διαιτησία σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας και, τηρουμένωντων διατάξεων αυτών, εκείνες της εσωτερικής νομοθεσίας των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών. Τα μέλη της επιτροπής λαμβάνουν επίσης υπόψη οποιεσδήποτε άλλες πηγές τις οποίες οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών δύνανται να καθορίσουν ρητά με αμοιβαία συμφωνία.

γ)Η διαιτητική απόφαση υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών εγγράφως και αναφέρει τις πηγές δικαίου επί των οποίων βασίστηκε καθώς και την αιτιολογία η οποία οδήγησε σε αυτήν. Η διαιτητική απόφαση υιοθετείται με απλή πλειοψηφία των μελών της επιτροπής. Η διαιτητική απόφαση δεν δημιουργεί δεσμευτικό προηγούμενο.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο δεν έχει διατυπώσει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 2 μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για τις προηγούμενες παραγράφους του παρόντος Άρθρου να μην εφαρμόζονται σχετικά με τις

Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες με Συμβαλλόμενα μέρη που έχουν διατυπώσει μία τέτοια επιφύλαξη. Σε μία τέτοια περίπτωση, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων σε κάθε τέτοια Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσιών προσπαθούν να επιτύχουν συμφωνία επί του τύπου της διαιτητικής διαδικασίας η οποία εφαρμόζεται σχετικά με αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία. Μέχρι την επίτευξη μίας τέτοιας συμφωνίας, το Άρθρο 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία) δεν εφαρμόζεται σε σχέση με μία τέτοια Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία.

4.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί επίσης να επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 5 σχετικά με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες και προβαίνει στην ανάλογη γνωστοποίηση προς τον Θεματοφύλακα. Η παράγραφος 5 εφαρμόζεται σχετικά με δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες όσον αφορά σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, στην περίπτωση που οποιαδήποτε εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών έχει προβεί σε μία τέτοια γνωστοποίηση.

5.Πριν την έναρξη της διαιτητικής διαδικασίας, οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσιών διασφαλίζουν ότι κάθε πρόσωπο το οποίο υπέβαλε την υπόθεση και οι σύμβουλοί του συμφωνούν εγγράφως να μην αποκαλύπτουν σε κανένα άλλο πρόσωπο οποιαδήποτε πληροφορία λαμβάνεται κατά τη διάρκεια της διαιτητικής διαδικασίας από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή ή τη διαιτητική επιτροπή. Η διαδικασία αμοιβαίου διακανονισμού σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, καθώς και η διαιτητική διαδικασία σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο, σχετικά με την υπόθεση περατώνονται εάν, σε οποιαδήποτε στιγμή μετά την υποβολή αιτήματος για υπαγωγή σε διαιτησία και πριν η διαιτητική επιτροπή υποβάλει την απόφασή της στις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, το πρόσωπο το οποίο έχει υποβάλει την υπόθεση ή κάποιος από τους συμβούλους του προσώπου αυτού παραβιάσει ουσιωδώς την εν λόγω συμφωνία.

6.Ανεξάρτητα από την παράγραφο 4, ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο δεν επιλέγει να εφαρμόσει την παράγραφο 5 μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για την παράγραφο 5 να μην εφαρμόζεται σε σχέση με μία ή περισσότερες καθορισμένες Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες ή σε σχέση με όλες τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες.

7.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 5 μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το παρόν Κεφάλαιο να μην εφαρμόζεται σε σχέση με όλες τις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες για τις οποίες η άλλη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία διατυπώνει επιφύλαξη δυνάμει της παραγράφου 6.

 

Άρθρο 24 - Συμφωνία για διαφορετική επίλυση

1. Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Κεφαλαίου σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 2 και να προβαίνει στην ανάλογη γνωστοποίηση προς τον Θεματοφύλακα. Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται σε σχέση με δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες αναφορικά με μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, μόνο σε περίπτωση που και οι δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε μία τέτοια γνωστοποίηση.

2.Ανεξάρτητα από την παράγραφο 4 του Αρθρου 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία), η διαιτητική απόφαση δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου δεν είναι δεσμευτική για τις Συμβαλλόμενες σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες και δεν εφαρμόζεται εάν οι αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών συμφωνήσουν σε διαφορετική επίλυση όλων των ανεπίλυτων ζητημάτων εντός τριών ημερολογιακών μηνών αφότου η διαιτητική απόφαση έχει υποβληθεί σε αυτές.

3.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο επιλέγει να εφαρμόζει την παράγραφο 2 μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για την παράγραφο 2 να εφαρμόζεται μόνο σχετικά με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες για τις οποίες εφαρμόζεται η παράγραφος 2 του Άρθρου 23 (Τύπος Διαιτητικής Διαδικασίας).

 

Άρθρο 25 - Έξοδα Διαιτητικής Διαδικασίας

Σε μία διαιτητική διαδικασία σύμφωνα με το παρόν Κεφάλαιο, οι αμοιβές και τα έξοδα των μελών της διαιτητικής επιτροπής, καθώς και οποιεσδήποτε δαπάνες προκύπτουν σχετικά με τη διαιτητική διαδικασία από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες, βαρύνουν τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες κατά τρόπο που καθορίζεται με αμοιβαία συμφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών. Σε περίπτωση απουσίας τέτοιας συμφωνίας, κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία βαρύνεται με τα δικά της έξοδα και εκείνα του διορισμένου μέλους της στην επιτροπή. Το κόστος του προέδρου της διαιτητικής επιτροπής και άλλα έξοδα που συνδέονται με τη διεξαγωγή της διαιτητικής διαδικασίας βαρύνουν τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες ισομερώς.

 

Άρθρο 26 - Συμβατότητα

1.Τηρουμένων των διατάξεων του Αρθρου 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI) οι διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου εφαρμόζονται σε αντικατάσταση ή ελλείψει διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας οι οποίες προβλέπουν διαιτησία για ανεπίλυτα ζητήματα τα οποία προκύπτουν από μία υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού. Κάθε Συμβαλλόμενο μέρος που επιλέγει να εφαρμόζει το παρόν Κεφάλαιο γνωστοποιεί στον Θεματοφύλακα εάν καθεμιά από τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες, εκτός από εκείνες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της επιφύλαξης της παραγράφου 4, περιλαμβάνει μία τέτοια διάταξη και, εάν περιλαμβάνει, τον αριθμό του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης. Στην περίπτωση που δύο Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν προβεί σε γνωστοποίηση σχετικά με μία διάταξη Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας, η διάταξη αυτή αντικαθίσταται από τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου όσον αφορά σε αυτές τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες.

2.Οποιοδήποτε ανεπίλυτο ζήτημα προκύπτει από μία υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διαιτητικής διαδικασίας που προβλέπεται στο παρόν Κεφάλαιο, δεν υπάγεται σε διαιτησία εάν το ζήτημα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής μίας υπόθεσης σχετικά με την οποία έχει προηγουμένως συσταθεί διαιτητική επιτροπή ή παρόμοιο όργανο σύμφωνα με μία διμερή ή πολυμερή σύμβαση η οποία προβλέπει υποχρεωτική και δεσμευτική διαιτησία επί ανεπίλυτων ζητημάτων που προκύπτουν από μία υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού.

3.Τηρούμενων των διατάξεων της παραγράφου 1, τίποτα στο παρόν Κεφάλαιο δεν επηρεάζει την εκπλήρωση ευρύτερων υποχρεώσεων όσον αφορά στη διαιτησία επί ανεπίλυτων ζητημάτων που προκύπτουν στο πλαίσιο διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού ως αποτέλεσμα άλλων συμβάσεων στις οποίες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν συμβληθεί ή πρόκειται να συμβληθούν.

4.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το παρόν Κεφάλαιο να μην εφαρμόζεται σχετικά με μία ή περισσότερες καθορισμένες Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες (ή με όλες τις Καλυπτόμενες φορολογικές του Συμφωνίες) οι οποίες ήδη προβλέπουν υποχρεωτική και δεσμευτική διαιτησία επί ανεπίλυτων ζητημάτων που προκύπτουν από μία υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 27 - Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση

1.Από την 31η Δεκεμβρίου 2016, η παρούσα Σύμβαση είναι ανοικτή για υπογραφή από: α) όλα τα Κράτη

β) το Γκέρνσεϊ (Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας), τη Νήσο του Μαν (Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας), το Τζέρσεϋ (Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Βορείου Ιρλανδίας) και

γ)κάθε άλλη δικαιοδοσία που επιτρέπεται να καταστεί Συμβαλλόμενο μέρος

κατόπιν ομόφωνης απόφασης των Συμβαλλόμενων μερών και των Υπογραφόντων.

2.Η παρούσα Σύμβαση υπόκειται σε επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση.

 

Άρθρο 28 - Επιφυλάξεις

1.Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 2, καμία επιφύλαξη δεν μπορεί να διατυπωθεί επί της παρούσας Σύμβασης εκτός από εκείνες που ρητά επιτρέπονται από:

α)την παράγραφο 5 του Αρθρου 3 (Διαφανείς οντότητες)

β)την παράγραφο 3 του Αρθρου 4 (Οντότητες με διπλή έδρα)

γ)τις παραγράφους 8 και 9 του Αρθρου 5 (Εφαρμογή των μεθόδων για την

εξάλειψη της διπλής φορολογίας)

δ) την παράγραφο 4 του Αρθρου 6 (Σκοπός μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας)

ε)τις παραγράφους 15 και 16 του Αρθρου 7 (Πρόληψη κατάχρησης των

Συμβάσεων)

στ)την παράγραφο 3 του Αρθρου 8 (Συναλλαγές μεταβίβασης μερισμάτων)

ζ)την παράγραφο 6 του Αρθρου 9 (Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών ή

δικαιωμάτων σε οντότητες των οποίων η αξία προέρχεται κυρίως από ακίνητη περιουσία)

η) την παράγραφο 5 του Αρθρου 10 (Αντικαταχρηστικός κανόνας για μόνιμες εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε τρίτες δικαιοδοσίες)

θ)την παράγραφο 3 του Άρθρου 11 (Εφαρμογή των Φορολογικών Συμφωνιών

για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του)

ι)την παράγραφο 4 του Άρθρου 12 (Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης

εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών)

ια)την παράγραφο 6 του Άρθρου 13 (Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης

εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων)

ιβ)την παράγραφο 3του Άρθρου 14 (Κατάτμηση των συμβάσεων)

ιγ)την παράγραφο 2του Άρθρου 15 (Ορισμός ενός στενά συνδεδεμένου μεμία

επιχείρηση προσώπου)

ιδ)την παράγραφο 5του Άρθρου 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού)

ιε)την παράγραφο 3του Άρθρου 17 (Αντίστοιχες διορθώσεις)

ιστ)τις παραγράφους 11 και 12 του Άρθρου 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική

Διαιτησία)

ιζ) τις παραγράφους 2, 3, 6 και 7 του Άρθρου 23 (Τύπος της Διαιτητικής Διαδικασίας)

ιη)την παράγραφο 3του Άρθρου 24 (Συμφωνία για διαφορετική επίλυση)

ιθ)την παράγραφο 4 του Άρθρου 26 (Συμβατότητα)

κ)τις παραγράφους 6 και 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) και

κα)την παράγραφο 2 του Άρθρου 36 (Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI).

2.α)Ανεξάρτητα από την παράγραφο 1, ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο

επιλέγει σύμφωνα με το Άρθρο 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI) να εφαρμόζει το Κεφάλαιο VI (Διαιτησία) μπορεί να διατυπώσει μία ή περισσότερες επιφυλάξεις όσον αφορά στο είδος των υποθέσεων που δύνανται να υποβληθούν σε διαιτησία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου VI (Διαιτησία). Για ένα Συμβαλλόμενο μέρος, το οποίο επιλέγει σύμφωνα με το Άρθρο 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI) να εφαρμόζει το Κεφάλαιο VI (Διαιτησία) αφότου έχει καταστεί Συμβαλλόμενο μέρος στην παρούσα Σύμβαση, επιφυλάξεις δυνάμει της παρούσας υποπαραγράφου διατυπώνονται ταυτόχρονα με τη γνωστοποίηση αυτού του Συμβαλλόμενου μέρους προς τον Θεματοφύλακα δυνάμει του Άρθρου 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI).

β)Επιφυλάξεις που διατυπώνονται σύμφωνα με την υποπαράγραφο α)

υπόκεινται σε αποδοχή. Μία επιφύλαξη που διατυπώνεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο α) θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή από ένα Συμβαλλόμενο μέρος εάν αυτό δεν έχει γνωστοποιήσει στον Θεματοφύλακα ότι τάσσεται κατά της επιφύλαξης έως τη μεταγενέστερη εκ των δύο: το τέλος μίας περιόδου 12 ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από την ημερομηνία της γνωστοποίησης της επιφύλαξης από τον Θεματοφύλακα ή την ημερομηνία κατά την οποία αυτό καταθέτει το έγγραφο επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης. Για ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο επιλέγει σύμφωνα με το Άρθρο 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI) να εφαρμόζει το Κεφάλαιο VI (Διαιτησία) αφότου έχει καταστεί Συμβαλλόμενο μέρος στην παρούσα Σύμβαση, αντιρρήσεις για προγενέστερες επιφυλάξεις που έχουν διατυπωθεί από άλλα Συμβαλλόμενα μέρη δυνάμει της υποπαραγράφου α) μπορούν να διατυπωθούν κατά τη στιγμή της γνωστοποίησης του πρώτου Συμβαλλόμενου μέρους προς τον Θεματοφύλακα δυνάμει του Άρθρου 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI). Στην περίπτωση που ένα Συμβαλλόμενο μέρος προβάλει αντίρρηση σε μία επιφύλαξη που διατυπώνεται σύμφωνα με την υποπαράγραφο α), το σύνολο του Κεφαλαίου VI (Διαιτησία) δεν εφαρμόζεται μεταξύ του Συμβαλλόμενου μέρους που προέβαλε την αντίρρηση και του επιφυλασσόμενου Συμβαλλόμενου μέρους.

3.Εκτός εάν προβλέπεται ρητώς διαφορετικά στις σχετικές διατάξεις της παρούσας Σύμβασης, μία επιφύλαξη που διατυπώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2:

α)τροποποιεί για το επιφυλασσόμενο Συμβαλλόμενο μέρος ως προς τις σχέσεις

του με άλλο Συμβαλλόμενο μέρος τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης στις οποίες αφορά η επιφύλαξη στο μέτρο που προβλέπεται από αυτή την επιφύλαξη και

β)τροποποιεί αυτές τις διατάξεις στον ίδιο βαθμό για το άλλο Συμβαλλόμενο

μέρος ως προς τις σχέσεις του με το επιφυλασσόμενο Συμβαλλόμενο μέρος.

4.Επιφυλάξεις που εφαρμόζονται σε Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες που έχουν συναφθεί από ή για λογαριασμό μίας δικαιοδοσίας ή εδάφους για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο ένα Συμβαλλόμενο μέρος, σε περίπτωση που η εν λόγω δικαιοδοσία ή έδαφος δεν είναι Συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση δυνάμει της υποπαραγράφου β) ή γ) της παραγράφου 1 του Άρθρου 27 (Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση), διατυπώνονται από το υπεύθυνο Συμβαλλόμενο μέρος και μπορεί να διαφέρουν από τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται από αυτό το Συμβαλλόμενο μέρος για τις δικές του Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες.

5.Οι επιφυλάξεις διατυπώνονται κατά τη στιγμή της υπογραφής ή κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 2, 6 και 9 του παρόντος Άρθρου, και της παραγράφου 5 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις). Ωστόσο, για ένα Συμβαλλόμενο μέρος το οποίο επιλέγει σύμφωνα με το Άρθρο 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI) να εφαρμόζει το Κεφάλαιο VI (Διαιτησία)

αφότου έχει καταστεί Συμβαλλόμενο μέρος στην παρούσα Σύμβαση, οι επιφυλάξεις που προβλέπονται στις υποπαραγράφους ιστ), ιζ), ιη) και ιθ) της παραγράφου 1 του παρόντος Άρθρου διατυπώνονται ταυτόχρονα με τη γνωστοποίηση αυτού του Συμβαλλόμενου μέρους προς τον Θεματοφύλακα δυνάμει του Άρθρου 18 (Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI).

6.Αν οι επιφυλάξεις διατυπώνονται κατά τη στιγμή της υπογραφής, αυτές επιβεβαιώνονται κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, εκτός εάν το έγγραφο που περιλαμβάνει τις επιφυλάξεις ρητά ορίζει ότι θεωρείται οριστικό, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 2, 5 και 9 του παρόντος Άρθρου και της παραγράφου 5 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις).

7.Εάν δεν διατυπωθούν επιφυλάξεις κατά τη στιγμή της υπογραφής, ένας προσωρινός κατάλογος αναμενόμενων επιφυλάξεων κατατίθεται στον Θεματοφύλακα τη στιγμή εκείνη.

8.Για τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται δυνάμει καθεμίας από τις ακόλουθες διατάξεις, κατάλογος των Συμφωνιών που γνωστοποιούνται δυνάμει της περίπτωσης ii) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία των όρων) που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της επιφύλαξης όπως προβλέπεται στη σχετική διάταξη (και, στην περίπτωση επιφύλαξης σύμφωνα με οποιαδήποτε από τις ακόλουθες διατάξεις εκτός αυτών που αναφέρονται στις υποπαραγράφους γ), δ) και ιδ), ο αριθμός του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας σχετικής διάταξης) κατατίθεται κατά τη στιγμή που διατυπώνονται αυτές οι επιφυλάξεις:

α) των υποπαραγράφων β), γ), δ), ε) και ζ) της παραγράφου 5 του Άρθρου 3 (Διαφανείς οντότητες)

β)των υποπαραγράφων β), γ) και δ) της παραγράφου 3 του Άρθρου 4

(Οντότητες με διπλή έδρα)

γ)των παραγράφων 8 και 9 του Άρθρου 5 (Εφαρμογή μεθόδων για την

εξάλειψη της διπλής φορολογίας)

δ)της παραγράφου 4 του Άρθρου 6 (Σκοπός μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής

Συμφωνίας)

ε)των υποπαραγράφων β) και γ) της παραγράφου 15 του Άρθρου 7 (Πρόληψη

κατάχρησης των Συμβάσεων)

στ)των περιπτώσεων i), ii) και iii) της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 3 του

Άρθρου 8 (Συναλλαγές μεταβίβασης μερισμάτων)

ζ)των υποπαραγράφων δ), ε) και στ) της παραγράφου 6 του Άρθρου 9

(Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών ή δικαιωμάτων σε οντότητες των οποίων η αξία προέρχεται κυρίως από ακίνητη περιουσία)

η)των υποπαραγράφων β) και ν) τΠζ παραγράφου 5 του Άρθρου 10

(Αντικαταχρηστικός κανόνας για μόνιμες εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε τρίτες δικαιοδοσίες)

θ)της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 3 του Άρθρου 11 (Εφαρμογή των

Φορολογικών Συμφωνιών για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του)

ι)της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 6 του Άρθρου 13 (Τεχνητή

Αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων)

ια) της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 3 του Αρθρου 14 (Κατάτμηση των συμβάσεων)

ιβ) της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 5 του Αρθρου 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού)

ιγ)της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 3 του Άρθρου 17 (Αντίστοιχες

διορθώσεις)

ιδ)της παραγράφου 6 του Άρθρου 23 (Τύπος Διαιτητικής Διαδικασίας) και

ιε)της παραγράφου 4 του Άρθρου 26 (Συμβατότητα).

Οι επιφυλάξεις που προβλέπονται στις υποπαραγράφους α) έως ιε) ανωτέρω δεν εφαρμόζονται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.

9.Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο μέρος έχει διατυπώσει επιφύλαξη σύμφωνα με την παράγραφο 1 ή 2 δύναται οποιαδήποτε στιγμή να την αποσύρει ή να την αντικαταστήσει με μία πιο περιορισμένη επιφύλαξη μέσω γνωστοποίησης που απευθύνεται στον Θεματοφύλακα. 'Ενα τέτοιο Συμβαλλόμενο μέρος προβαίνει σε κάθε επιπλέον γνωστοποίηση δυνάμει της παραγράφου 6 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις) που ενδέχεται να απαιτείται λόγω της απόσυρσης ή αντικατάστασης της επιφύλαξης. Τηρουμένων των διατάξεων της παραγράφου 7 του Αρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής), η απόσυρση ή αντικατάσταση ισχύει:

α) όσον αφορά σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία αποκλειστικά με Κράτη ή δικαιοδοσίες που είναι Συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση, όταν η γνωστοποίηση της απόσυρσης ή αντικατάστασης της επιφύλαξης παραλαμβάνεται από τον Θεματοφύλακα:

i) για τις επιφυλάξεις σχετικά με διατάξεις που αφορούν σε φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, όταν το γεγονός που οδηγεί στην επιβολή αυτής της φορολογίας συμβαίνει την ή μετά την 1η Ιανουάριου του έτους που έπεται της λήξης μίας περιόδου έξι ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από την ημερομηνία της

ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης ή αντικατάστασης της επιφύλαξης και

ii) για τις επιφυλάξεις σχετικά με όλες τις υπόλοιπες διατάξεις, για φόρους οι οποίοι επιβάλλονται αναφορικά με φορολογικές περιόδους που εκκινούν την ή μετά την 1η Ιανουάριου του έτους που έπεται της λήξης μίας περιόδου έξι ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από την ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης ή αντικατάστασης της επιφύλαξης και

β) όσον αφορά σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία για την οποία μία ή περισσότερες Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες καθίστανται Συμβαλλόμενα στην παρούσα Σύμβαση μέρη μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης της απόσυρσης ή αντικατάστασης: τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για αυτές τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες.

 

Άρθρο 29 - Γνωστοποιήσεις

1.Τηρουμένωντων διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος Άρθρου και της παραγράφου 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής), οι γνωστοποιήσεις δυνάμει των ακόλουθων διατάξεων πραγματοποιούνται κατά τη στιγμή της υπογραφής ή κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης:

α) της περίπτωσης ii) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία των όρων)

β)της παραγράφου 6 του Άρθρου 3 (Διαφανείς οντότητες)

γ)της παραγράφου 4 του Άρθρου 4 (Οντότητες με διπλή έδρα)

δ)της παραγράφου 10 του Άρθρου 5 (Εφαρμογή μεθόδων για την εξάλειψη της

διπλής φορολογίας)

ε)των παραγράφων 5 και 6 του Άρθρου 6 (Σκοπός μίας Καλυπτόμενης

Φορολογικής Συμφωνίας)

στ)της παραγράφου 17 του Άρθρου 7 (Πρόληψη της κατάχρησης των

Συμβάσεων)

ζ)της παραγράφου 4 του Άρθρου 8 (Συναλλαγές μεταβίβασης μερισμάτων)

η)των παραγράφων 7 και 8 του Άρθρου 9 (Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών

ή δικαιωμάτων σε οντότητες των οποίων η αξία προέρχεται κυρίως από ακίνητη περιουσία)

θ)της παραγράφου 6 του Άρθρου 10 (Αντικαταχρηστικός κανόνας για Μόνιμες

Εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε τρίτες δικαιοδοσίες)

ι)της παραγράφου 4 του Άρθρου 11 (Εφαρμογή των Φορολογικών Συμφωνιών

για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του)

ια) των παραγράφων 5 και 6 του Άρθρου 12 (Τεχνητή Αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών)

ιβ) των παραγράφων 7 και 8 του Άρθρου 13 (Τεχνητή Αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων)

ιγ)τηςπαραγράφου 4 του Άρθρου14(Κατάτμηση των συμβάσεων)

ιδ)τηςπαραγράφου 6 του Άρθρου16(Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού)

ιε)τηςπαραγράφου 4 του Άρθρου17(Αντίστοιχες διορθώσεις)

ιστ)τουΆρθρου 18 (Επιλογή εφαρμογής Κεφαλαίου VI)

ιζ)τηςπαραγράφου 4 του Άρθρου23(Τύπος της Διαιτητικής Διαδικασίας)

ιη)τηςπαραγράφου 1 του Άρθρου24(Συμφωνία για διαφορετική επίλυση)

ιθ)τηςπαραγράφου 1 του Άρθρου26(Συμβατότητα) και

κ)τωνπαραγράφων 1, 2, 3, 5 και 7, του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής).

2.Γνωστοποιήσεις σχετικά με Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες που έχουν συναφθεί από ή για λογαριασμό δικαιοδοσίας ή εδάφους για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο ένα Συμβαλλόμενο μέρος, σε περίπτωση που αυτή η δικαιοδοσία ή έδαφος δεν είναι Συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση δυνάμει της υποπαραγράφου β) ή γ) της παραγράφου 1 του Άρθρου 27 (Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση), πραγματοποιούνται από το υπεύθυνο Συμβαλλόμενο μέρος και μπορεί να διαφέρουν από τις γνωστοποιήσεις στις οποίες προβαίνει αυτό το Συμβαλλόμενο Μέρος για τις δικές του Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες.

3.Εάν οι γνωστοποιήσεις πραγματοποιούνται κατά τη στιγμή της υπογραφής, επιβεβαιώνονται κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, εκτός εάν το έγγραφο που περιλαμβάνει τις γνωστοποιήσεις ρητώς ορίζει ότι θεωρούνται οριστικές, τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 5 και 6 του παρόντος Άρθρου και της παραγράφου 7 του Άρθρου 35 (Εναρξη εφαρμογής).

4.Εάν οι γνωστοποιήσεις δεν πραγματοποιούνται κατά τη στιγμή της υπογραφής, ένας προσωρινός κατάλογος αναμενόμενων γνωστοποιήσεων κατατίθεται κατά τη στιγμή αυτή.

5.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να διευρύνει οποιαδήποτε χρονική στιγμή τον κατάλογο των Συμφωνιών που γνωστοποιήθηκαν δυνάμει της περίπτωσης ii) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία'Ορων) μέσω γνωστοποίησης που απευθύνεται προς τον Θεματοφύλακα. Το Συμβαλλόμενο μέρος διευκρινίζει στη γνωστοποίηση αυτή εάν η Συμφωνία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής οποιοσδήποτε επιφύλαξης που διατυπώνεται από το Συμβαλλόμενο μέρος η οποία περιλαμβάνεται στην παράγραφο 8 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις). Το Συμβαλλόμενο μέρος δύναται επίσης να προβεί σε νέα επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 8 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις) εάν η πρόσθετη Συμφωνία είναι η πρώτη που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής αυτής της επιφύλαξης. Το Συμβαλλόμενο μέρος προβαίνει επίσης σε οποιαδήποτε πρόσθετη γνωστοποίηση που ενδέχεται να απαιτείται σύμφωνα με τις υποπαραγράφους β) έως ιθ) της παραγράφου 1 με σκοπό να αποτυπωθεί η συμπερίληψη των συμπληρωματικών Συμφωνιών. Επιπλέον, εάν η διεύρυνση έχει ως αποτέλεσμα για πρώτη φορά τη συμπερίληψη μίας φορολογικής Συμφωνίας που έχει συναφθεί από ή για λογαριασμό δικαιοδοσίας ή εδάφους για τις διεθνείς σχέσεις των οποίων είναι υπεύθυνο ένα Συμβαλλόμενο μέρος, το Συμβαλλόμενο μέρος προσδιορίζει οποιαδήποτε επιφύλαξη [δυνάμει της παραγράφου 4 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις)] ή γνωστοποίηση (δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος Άρθρου) που εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες που έχουν συναφθεί από ή για λογαριασμό της δικαιοδοσίας αυτής ή του εδάφους αυτού. Την ημερομηνία κατά την οποία η(οι) επιπρόσθετη(-ες) Συμφωνία(-ες), που γνωστοποιείται(-ούνται) σύμφωνα με την περίπτωση ii) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία όρων), καθίσταται(-νται) Καλυπτόμενη (-ες) Φορολογική(-ές) Σύμβαση(-εις) οι διατάξεις του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) διέπουν την ημερομηνία κατά την οποία οι τροποποιήσεις στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία τίθενται σε εφαρμογή.

6.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να προβεί σε πρόσθετες γνωστοποιήσεις δυνάμει των υποπαραγράφων β) έως ιθ) της παραγράφου 1 μέσω γνωστοποίησης που απευθύνεται προς τον Θεματοφύλακα. Οι γνωστοποιήσεις αυτές τίθενται σε εφαρμογή:

α) όσον αφορά στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες αποκλειστικά με Κράτη ή δικαιοδοσίες που είναι Συμβαλλόμενα μέρη στη Σύμβαση, όταν η πρόσθετη γνωστοποίηση παραλαμβάνεται από τον Θεματοφύλακα:

i)για τις γνωστοποιήσεις σχετικά με διατάξεις που αφορούν σε φόρους που παρακρατούνται στην πηγή, όταν το γεγονός που οδηγεί στην επιβολή αυτής της φορολογίας συμβαίνει την ή μετά την 1η Ιανουάριου του έτους που έπεται της λήξης μίας περιόδου έξι ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από την ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της συμπληρωματικής γνωστοποίησης και

ii)για γνωστοποιήσεις σχετικά με όλες τις άλλες διατάξεις, για φόρους οι οποίοι επιβάλλονται αναφορικά με φορολογικές περιόδους που εκκινούν την ή μετά την 1η Ιανουάριου του έτους που έπεται της λήξης μίας περιόδου έξι ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από

την ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της συμπληρωματικής γνωστοποίησης και

β)όσον αφορά σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία για την οποία μία

ή περισσότερες Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες καθίστανται Συμβαλλόμενα στην παρούσα Σύμβαση μέρη μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της συμπληρωματικής γνωστοποίησης: τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για αυτές τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες.

 

Άρθρο 30 - Μεταγενέστερες τροποποιήσεις των Καλυπτόμενων Φορολογικών Συμφωνιών

Οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης δεν θίγουν μεταγενέστερες τροποποιήσεις σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, οι οποίες ενδέχεται να συμφωνηθούν μεταξύ των Συμβαλλόμενων σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσιών.

 

Άρθρο 31 -Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών

1.Τα Συμβαλλόμενα μέρη δύνανται να συγκαλέσουν Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών με σκοπό τη λήψη αποφάσεων ή την άσκηση οποιωνδήποτε καθηκόντων ενδέχεται να απαιτούνται ή ενδείκνυνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Σύμβασης.

2.Η Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών υποβοηθείται από τον Θεματοφύλακα.

3.Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να ζητήσει σύγκληση Διάσκεψης των Συμβαλλόμενων μερών μέσω αιτήματος προς τον Θεματοφύλακα. Ο Θεματοφύλακας ενημερώνει όλα τα Συμβαλλόμενα μέρη για οποιοδήποτε αίτημα. Εν συνεχεία, ο Θεματοφύλακας συγκαλεί Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών, υπό την προϋπόθεση ότι το αίτημα υποστηρίζεται από το ένα τρίτο των Συμβαλλόμενων μερών εντός έξι ημερολογιακών μηνών από την ανακοίνωση του αιτήματος από τον Θεματοφύλακα.

 

Άρθρο 32 - Ερμηνεία και Εφαρμογή

1.Οποιοδήποτε ζήτημα προκύπτει σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή των διατάξεων μίας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας όπως αυτές τροποποιούνται από την παρούσα Σύμβαση διευθετείται σύμφωνα με τη(-ις) διάταξη(-εις) της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που σχετίζεται(-ονται) με την επίλυση μέσω αμοιβαίου διακανονισμού ζητημάτων ερμηνείας ή εφαρμογής της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας (όπως αυτές οι διατάξεις ενδέχεται να τροποποιηθούν από την παρούσα Σύμβαση).

2.Οποιοδήποτε ζήτημα προκύπτει σχετικά με την ερμηνεία ή εφαρμογή της παρούσας Σύμβασης δύναται να αντιμετωπιστεί από τη Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών που συγκαλείται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Άρθρου 31 (Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών).

 

Άρθρο 33 - Τροποποίηση

1.Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να προτείνει μία τροποποίηση της παρούσας Σύμβασης υποβάλλοντας την προτεινόμενη τροποποίηση στον Θεματοφύλακα.

2.Η Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών δύναται να συγκαλείται για να εξετάσει την προτεινόμενη τροποποίηση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του Άρθρου 31 (Διάσκεψη των Συμβαλλόμενων μερών).

 

Άρθρο 34 - Έναρξη ισχύος

1.Η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ κατά την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της λήξης μίας περιόδου τριών ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από την ημερομηνία κατάθεσης του πέμπτου έγγραφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης.

2.Για κάθε Υπογράφοντα που επικυρώνει, αποδέχεται ή εγκρίνει την παρούσα Σύμβαση μετά την κατάθεση του πέμπτου εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης, η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ κατά την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της λήξης μίας περιόδου τριών ημερολογιακών μηνών η οποία εκκινεί από την ημερομηνία της κατάθεσης από τον Υπογράφοντα αυτόν του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισής του.

 

Άρθρο 35 - Έναρξη εφαρμογής

1.Οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης θα τίθενται σε εφαρμογή σε κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία σε σχέση με μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία:

α) όσον αφορά σε φόρους που παρακρατούνται στην πηγή επί ποσών που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε μη κάτοικους, όταν το γεγονός που οδηγεί στην επιβολή αυτής της φορολογίας συμβαίνει την πρώτη ημέρα ή μετά την πρώτη ημέρα του επόμενου ημερολογιακού έτους που εκκινεί τη μεταγενέστερη ή μετά τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες και

β) όσον αφορά σε όλους τους άλλους φόρους που επιβάλλονται από αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, για φόρους που επιβάλλονται σε σχέση με φορολογικές περιόδους που εκκινούν κατά ή μετά τη λήξη μίας περιόδου έξι ημερολογιακών μηνών (ή μικρότερης περιόδου, εάν όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες γνωστοποιούν στον Θεματοφύλακα ότι προτίθενται να εφαρμόσουν αυτή τη μικρότερη περίοδο) από τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες.

2.Αποκλειστικά για τον σκοπό της από μέρους του εφαρμογής της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 και της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 5, ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιλέγει να αντικαταστήσει το «ημερολογιακό έτος» με «φορολογική περίοδο», και προβαίνει στην ανάλογη γνωστοποίηση προς τον Θεματοφύλακα.

3.Αποκλειστικά για τον σκοπό της από μέρους του εφαρμογής της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 1 και της υποπαραγράφου β) της παραγράφου 5, ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιλέγει να αντικαταστήσει την αναφορά σε «φορολογικές περιόδους που εκκινούν κατά ή μετά τη λήξη μίας περιόδου» με αναφορά σε «φορολογικές περιόδους που εκκινούν την ή μετά την 1η Ιανουάριου του επόμενου έτους που εκκινεί κατά ή μετά τη λήξη μίας περιόδου», και προβαίνει στην ανάλογη γνωστοποίηση προς τον Θεματοφύλακα.

4.Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος Άρθρου, το Άρθρο 16 (Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού) τίθεται σε εφαρμογή όσον αφορά σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία για μία υπόθεση που τέθηκε υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας τη μεταγενέστερη ή μετά τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες, με εξαίρεση υποθέσεις οι οποίες δεν δύναντο να υποβληθούν κατά την ημερομηνία αυτή σύμφωνα με την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία πριν την τροποποίησή της από τη Σύμβαση, ανεξαρτήτως της φορολογικής περιόδου στην οποία αφορά.

5.Για μία νέα Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία που προκύπτει από διεύρυνση δυνάμει της παραγράφου 5 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις) του καταλόγου των Συμφωνιών που γνωστοποιείται σύμφωνα με την περίπτωση ii) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία όρων), οι διατάξεις της παρούσας Σύμβασης τίθενται σε εφαρμογή σε κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία:

α) όσον αφορά σε φόρους που παρακρατούνται στην πηγή επί ποσών που καταβάλλονται ή πιστώνονται σε μη κάτοικους, όταν το γεγονός που οδηγεί στην επιβολή αυτής της φορολογίας συμβαίνει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του επόμενου ημερολογιακού έτους που εκκινεί την 30η ημέρα ή μετά την 30η ημέρα μετά την ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης της διεύρυνσης του καταλόγου των Συμφωνιών και

β) όσον αφορά σε όλους τους άλλους φόρους που επιβάλλονται από αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία, για φόρους που επιβάλλονται σε σχέση με φορολογικές περιόδους που εκκινούν κατά ή μετά τη λήξη μίας περιόδου εννέα ημερολογιακών μηνών (ή μικρότερης περιόδου, εάν όλες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες γνωστοποιούν στον Θεματοφύλακα ότι προτίθενται να εφαρμόσουν αυτή τη μικρότερη περίοδο) από την ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της διεύρυνσης του καταλόγου των Συμφωνιών.

6.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για την παράγραφο 4 να μην εφαρμόζεται σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές του Συμφωνίες.

7.α) Ένα Συμβαλλόμενο μέρος δύναται να επιφυλαχθεί του δικαιώματος να

αντικαθιστά:

i)τις αναφορές στις παραγράφους 1 και 4 στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες» και

ii)τις αναφορές στην παράγραφο 5 στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης της διεύρυνσης του καταλόγου των Συμφωνιών»,

με αναφορές σε «30 ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της μεταγενέστερης γνωστοποίησης από κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία που διατυπώνει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) ότι έχει ολοκληρώσει τις εσωτερικές διαδικασίες της για την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης όσον αφορά στη συγκεκριμένη Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία»,

iii)τις αναφορές στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 9 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις) στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης ή αντικατάστασης της επιφύλαξης» και

iv)την αναφορά στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 9 του Άρθρου

28(Επιφυλάξεις) στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για αυτές τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες»,

με αναφορές σε «30 ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της μεταγενέστερης γνωστοποίησης από κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία που διατυπώνει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) ότι έχει ολοκληρώσει τις εσωτερικές διαδικασίες της για την έναρξη εφαρμογής της απόσυρσης ή αντικατάστασης της επιφύλαξης όσον αφορά στη συγκεκριμένη Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία»,

ν) τις αναφορές στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 6 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις) στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της πρόσθετης γνωστοποίησης» και

vi)την αναφορά στην υποπαράγραφο β) της παραγράφου 6 του Άρθρου

29(Γνωστοποιήσεις) στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για αυτές τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες»,

με αναφορές σε «30 ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της μεταγενέστερης γνωστοποίησης από κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία που διατυπώνει την επιφύλαξη που

προβλέπεται στην παράγραφο 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) ότι έχει ολοκληρώσει τις εσωτερικές διαδικασίες της για την έναρξη εφαρμογής της πρόσθετης γνωστοποίησης όσον αφορά στη συγκεκριμένη Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία»,

vii)τις αναφορές στις παραγράφους 1 και 2 του Άρθρου 36 (Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI) στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες»

με αναφορές σε «30 ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της μεταγενέστερης γνωστοποίησης από κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία που διατυπώνει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) ότι έχει ολοκληρώσει τις εσωτερικές διαδικασίες της για την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης όσον αφορά στη συγκεκριμένη Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία» και

viii)την αναφορά στην παράγραφο 3 του Άρθρου 36 (Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI) στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης της διεύρυνσης του καταλόγου των Συμφωνιών»,

ix)τις αναφορές στην παράγραφο 4 του Άρθρου 36 (Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI) στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης της επιφύλαξης», «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης αντικατάστασης της επιφύλαξης» και «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης της αντίρρησης στην επιφύλαξη» και

χ) την αναφορά στην παράγραφο 5 του Άρθρου 36 (Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI) στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της πρόσθετης γνωστοποίησης»,

με αναφορές σε «30 ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής από τον Θεματοφύλακα της μεταγενέστερης γνωστοποίησης από κάθε Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία που διατυπώνει την επιφύλαξη που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής) ότι έχει ολοκληρώσει τις εσωτερικές διαδικασίες της για την έναρξη εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου VI (Διαιτησία) όσον αφορά στη συγκεκριμένη Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία».

β)Ένα Συμβαλλόμενο μέρος που διατυπώνει επιφύλαξη σύμφωνα με την υποπαράγραφο α) γνωστοποιεί την επιβεβαίωση της ολοκλήρωσης των εσωτερικών διαδικασιών του ταυτόχρονα στον Θεματοφύλακα και τις λοιπές Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες.

γ)Εάν μία ή περισσότερες Συμβαλλόμενες σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική

Συμφωνία Δικαιοδοσίες διατυπώσουν επιφύλαξη σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων της Σύμβασης, της απόσυρσης ή αντικατάστασης μίας επιφύλαξης, μίας πρόσθετης γνωστοποίησης όσον αφορά σε αυτή την Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία, ή του Κεφαλαίου VI (Διαιτησία) διέπεται από την παρούσα παράγραφο για όλες τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες.

 

Άρθρο 36 - Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI

1.Ανεξάρτητα από την παράγραφο 9 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις), την παράγραφο 6 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις) και τις παραγράφους 1 έως 6 του Άρθρου 35 (Έναρξη εφαρμογής), όσον αφορά σε δύο Συμβαλλόμενες σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες, οι διατάξεις του Κεφαλαίου VI (Διαιτησία) τίθενται σε εφαρμογή:

α) όσον αφορά σε υποθέσεις που τίθενται υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας [(όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία)] κατά ή μετά τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες και

β) όσον αφορά σε υποθέσεις που τίθενται υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας πριν τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες, την ημερομηνία που αμφότερες οι Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες έχουν γνωστοποιήσει στον Θεματοφύλακα ότι έχουν επιτύχει αμοιβαία συμφωνία δυνάμει της παραγράφου 10 του Άρθρου 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία), μαζί με πληροφορίες σχετικά με την ημερομηνία ή τις ημερομηνίες κατά τις οποίες αυτές οι υποθέσεις θεωρείται ότι έχουν τεθεί υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας [όπως αναφέρεται στην υποπαράγραφο α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 19 (Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία)] σύμφωνα με τους όρους αυτής της αμοιβαίας συμφωνίας.

2.Ένα Συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να επιφυλαχθεί του δικαιώματος για το Κεφάλαιο VI (Διαιτησία) να εφαρμόζεται σε μία υπόθεση που τίθεται υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας πριν τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες μόνο στον βαθμό που οι αρμόδιες αρχές και των δύο

Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών συμφωνούν ότι αυτό θα εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υπόθεση.

3.Στην περίπτωση μίας νέας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας που δυνάμει της παραγράφου 5 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις) προκύπτει από διεύρυνση του καταλόγου των Συμφωνιών που γνωστοποιούνται σύμφωνα με την περίπτωση ii) της υποπαραγράφου α) της παραγράφου 1 του Άρθρου 2 (Ερμηνεία των όρων), οι αναφορές στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος Άρθρου στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες» αντικαθίστανται με αναφορές στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης της διεύρυνσης του καταλόγου των Συμφωνιών».

4.Απόσυρση ή αντικατάσταση επιφύλαξης που διατυπώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του Άρθρου 26 (Συμβατότητα) δυνάμει της παραγράφου 9 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις), ή απόσυρση αντίρρησης σε επιφύλαξη που διατυπώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις) που έχει ως αποτέλεσμα την εφαρμογή του Κεφαλαίου VI (Διαιτησία) μεταξύ δύο Συμβαλλόμενων σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσιών, τίθενται σε εφαρμογή σύμφωνα με τις υποπαραγράφους α) και β) της παραγράφου 1 του παρόντος Άρθρου, με την εξαίρεση ότι οι αναφορές στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες» αντικαθίστανται με αναφορές στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης ανάκλησης της επιφύλαξης», «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης της επιφύλαξης» ή «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της γνωστοποίησης απόσυρσης της αντίρρησης στην επιφύλαξη», αντίστοιχα.

5.Μία πρόσθετη γνωστοποίηση που πραγματοποιείται δυνάμει της υποπαραγράφου ιστ) της παραγράφου 1 του Άρθρου 29 (Γνωστοποιήσεις) τίθεται σε εφαρμογή σύμφωνα με τις υποπαραγράφους α) και β) της παραγράφου 1, με την εξαίρεση ότι οι αναφορές στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος Άρθρου στη «μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες» αντικαθίστανται με αναφορές στην «ημερομηνία της ανακοίνωσης από τον Θεματοφύλακα της πρόσθετης γνωστοποίησης».

 

Άρθρο 37 - Αποχώρηση

1.Οποιοδήποτε Συμβαλλόμενο μέρος δύναται, καθ' οιονδήποτε χρόνο, να αποχωρήσει από την παρούσα Σύμβαση μέσω γνωστοποίησης που απευθύνεται στον Θεματοφύλακα.

2.Η αποχώρηση δυνάμει της παραγράφου 1 τίθεται σε εφαρμογή την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον Θεματοφύλακα. Σε περιπτώσεις που η παρούσα Σύμβαση έχει τεθεί σε ισχύ όσον αφορά σε όλες τις Συμβαλλόμενες σε μία Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες πριν την ημερομηνία κατά την οποία η αποχώρηση ενός

Συμβαλλόμενου μέρους τεθεί σε εφαρμογή, αυτή η Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία ισχύει όπως τροποποιήθηκε από την παρούσα Σύμβαση.

 

Άρθρο 38 - Σχέση με Πρωτόκολλα

1.Η παρούσα Σύμβαση δύναται να συμπληρώνεται από ένα ή περισσότερα πρωτόκολλα.

2.Για να καταστεί συμβαλλόμενο μέρος σε ένα πρωτόκολλο, ένα Κράτος ή μία δικαιοδοσία πρέπει επίσης να είναι Συμβαλλόμενο μέρος στην παρούσα Σύμβαση.

3.Ένα Συμβαλλόμενο στην παρούσα Σύμβαση μέρος δεν δεσμεύεται από ένα πρωτόκολλο εάν δεν καταστεί συμβαλλόμενο μέρος στο πρωτόκολλο σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού.

Άρθρο 39 - Θεματοφύλακας

1.Ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης είναι ο θεματοφύλακας της παρούσας Σύμβασης και οποιουδήποτε πρωτοκόλλου δυνάμει του Άρθρου 38 (Σχέση με Πρωτόκολλα).

2.Ο θεματοφύλακας γνωστοποιεί στα Συμβαλλόμενα μέρη και τους Υπογράφοντες εντός ενός ημερολογιακού μήνα:

α) οποιαδήποτε υπογραφή δυνάμει του Άρθρου 27 (Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση),

β)την κατάθεση οιουδήποτε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής ή έγκρισης

δυνάμει του Άρθρου 27 (Υπογραφή και Επικύρωση, Αποδοχή ή Έγκριση),

γ)οποιαδήποτε επιφύλαξη ή απόσυρση ή αντικατάσταση επιφύλαξης δυνάμει

του Άρθρου 28 (Επιφυλάξεις),

δ)οποιαδήποτε γνωστοποίηση ή πρόσθετη γνωστοποίηση δυνάμειτου Άρθρου

29 (Γνωστοποιήσεις),

ε)οποιαδήποτε προτεινόμενη τροποποίηση της παρούσας Σύμβασης δυνάμει

του Άρθρου 33 (Τροποποίηση),

στ)οποιαδήποτε αποχώρηση από την παρούσα Σύμβαση δυνάμειτου Άρθρου

37 (Αποχώρηση) και

ζ) οποιαδήποτε άλλη ανακοίνωση που σχετίζεται με την παρούσα Σύμβαση.

3.Ο θεματοφύλακας διατηρεί δημοσίως διαθέσιμους καταλόγους των:

β)επιφυλάξεων που διατυπώνονται από τα Συμβαλλόμενα μέρη και

γ)γνωστοποιήσεων στις οποίες προβαίνουν τα Συμβαλλόμενα μέρη.

Σε πίστωση των ανωτέρω οι κάτωθι υπογράφοντες, νόμιμα εξουσιοδοτημένοι για αυτό, υπέγραψαν την παρούσα Σύμβαση.

Έγινε στο Παρίσι, την 24η Νοεμβρίου 2016, στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα, αμφοτέρων των κειμένων θεωρουμένων εξίσου αυθεντικών, σε ένα μοναδικό αντίτυπο το οποίο κατατίθεται στο αρχείο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης.

 

Άρθρο δεύτερο

Κύρωση επιφυλάξεων και γνωστοποιήσεων σχετικά με την Πολυμερή Σύμβαση

Κυρώνονται και έχουν την ισχύ, που ορίζει η παρ. 1 του άρθρου 28 του Συντάγματος, οι κάτωθι επιφυλάξεις και γνωστοποιήσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας κατά την κατάθεση του εγγράφου επικύρωσης δυνάμει των άρθρων 28(5) και 29(1) της Σύμβασης στην αγγλική (Α) και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα (Β):

Α. Αγγλική γλώσσα 1. Article 2 - Interpretation of Terms

 

B. Ελληνική γλώσσα

1. Άρθρο 2 - Ερμηνεία των Όρων

Γνωστοποίηση - Συμφωνίες που καλύπτονται από τη Σύμβαση

Δυνάμει του άρθρου 2(1)(α)(ϊϊ) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιθυμεί οι ακόλουθες Συμφωνίες να καλύπτονται από τη Σύμβαση:

2.Άρθρο 3 - Διαφανείς οντότητες Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 3(5)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 3 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

3.Άρθρο 4 - Οντότητες με διπλή έδρα Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 4(3)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του Άρθρου 4 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

4.Άρθρο 5 - Εφαρμογή μεθόδων για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας Επιφύλαξη

Δυνάμειτου άρθρου 5(8) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 5 να μην εφαρμόζεται σε σχέση με τις ακόλουθες Συμφωνίες.

5.Άρθρο 6 - Σκοπός μιας Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας α. Γνωστοποίηση επιλογής προαιρετικών διατάξεων

Δυνάμει του άρθρου 6(6) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιλέγει να εφαρμόζειτο άρθρο 6(3).

β. Γνωστοποίηση υφιστάμενου Προοιμίου στις Συμφωνίες

Δυνάμει του άρθρου 6(5) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής μίας επιφύλαξης σύμφωνα με το άρθρο 6(4) και περιλαμβάνουν το προοίμιο που αναφέρεται στο άρθρο 6(2). Το κείμενο της σχετικής παραγράφου του προοιμίου παρατίθεται ακολούθως.

γ. Γνωστοποίηση των Συμφωνιών που δεν περιλαμβάνουν το υφιστάμενο Προοίμιο

Δυνάμει του άρθρου 6(6) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν περιλαμβάνουν προοίμιο που αναφέρεται στην επιθυμία για ανάπτυξη οικονομικών σχέσεων ή ενίσχυση της συνεργασίας σε φορολογικά θέματα.

6.Άρθρο 7 - Πρόληψη κατάχρησης των Συμβάσεων α. Γνωστοποίηση επιλογής προαιρετικών διατάξεων

Δυνάμει του άρθρου 7(17)(δ) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιλέγει να εφαρμόζει το άρθρο 7(7)(β).

β. Γνωστοποίηση των υφιστάμενων διατάξεων στις Συμφωνίες

Δυνάμει του άρθρου 7(17)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν υπόκεινται σε επιφύλαξη που αναφέρεται στο άρθρο 7(15)(β) και περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 7(2). Ο αριθμός του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης παρατίθεται ακολούθως.

Άρθρο 8 - Συναλλαγές μεταβίβασης μερισμάτων Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 8(3)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 8 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

8.Άρθρο 9 - Ωφέλεια από την εκποίηση μετοχών ή δικαιωμάτων σε οντότητες των οποίων η αξία προέρχεται κυρίως από ακίνητη περιουσία

Δυνάμει του άρθρου 9(6)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το άρθρο 9(1) να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

9.Άρθρο 10 - Αντικαταχρηστικός κανόνας για μόνιμες εγκαταστάσεις που βρίσκονται σε τρίτες δικαιοδοσίες

Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 10(5)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 10 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

10.Άρθρο 11 - Εφαρμογή των Φορολογικών Συμφωνιών για τον περιορισμό του δικαιώματος ενός Συμβαλλόμενου μέρους να φορολογεί τους κατοίκους του

Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 11(3)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 11 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

11.Άρθρο 12 - Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω ρυθμίσεων αντιπροσώπου και παρόμοιων στρατηγικών

Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 12(4) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 12 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

12.Άρθρο 13 - Τεχνητή αποφυγή καθεστώτος μόνιμης εγκατάστασης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων δραστηριοτήτων

Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 13(6)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 13 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

13.Άρθρο 14 - Κατάτμηση των συμβάσεων Επιφύλαξη

Δυνάμειτου άρθρου 14(3)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 14 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

14.Άρθρο 15 - Ορισμός του στενά συνδεδεμένου με μία επιχείρηση προσώπου

Δυνάμει του άρθρου 15(2) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 15 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες στις οποίες εφαρμόζονται οι επιφυλάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 12(4), Άρθρο 13(6)(α) ή (γ), και Άρθρο 14(3)(α).

15.Άρθρο 16 - Διαδικασία Αμοιβαίου Διακανονισμού

α. Γνωστοποίηση των υφιστάμενων διατάξεων στις Συμφωνίες

(αα) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 16(4)(α)(ί). Ο αριθμός του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης παρατίθεται ακολούθως.

Αριθμός Συμφωνίας Αντισυμβαλλόμενη Δικαιοδοσία Διάταξη

 

(αβ) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(β)(ϊ) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες περιλαμβάνουν διατάξεις που προβλέπουν ότι μία υπόθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 16(1) πρέπει να παρουσιάζεται εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου που είναι μικρότερη των τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας. Ο αριθμός του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης παρατίθεται ακολούθως.

(αγ) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(β)(ίί) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες περιλαμβάνουν διατάξεις που προβλέπουν ότι μία υπόθεση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 16(1) πρέπει να παρουσιάζεται εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου τουλάχιστον τριών ετών από την πρώτη κοινοποίηση της πράξης που έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φορολογίας που δεν είναι σύμφωνη με τις διατάξεις της Καλυπτόμενης Φορολογικής Συμφωνίας. Ο αριθμός του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης παρατίθεται ακολούθως.

. Γνωστοποίηση των Συμφωνιών που δεν περιλαμβάνουν υφιστάμενες διατάξεις

(βα) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(γ)(ϊ) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 16(4)(β)(ϊ).

(ββ) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(γ)(ϊϊ) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 16(4)(β)(ϊϊ).

(βγ) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(δ)(ϊ) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 16(4)(γ)(ί).

(βδ) Δυνάμει του άρθρου 16(6)(δ)(ίί) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 16(4)(γ)(ίί).

16.Άρθρο 17 - Αντίστοιχες διορθώσεις Επιφύλαξη

Δυνάμειτου άρθρου 17(3)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το σύνολο του άρθρου 17 να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της που ήδη περιλαμβάνουν διατάξεις που αναφέρονται στο Άρθρο 17(2). Οι ακόλουθες Συμφωνίες περιλαμβάνουν διατάξεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αυτής της επιφύλαξης.

17.Άρθρο 18 - Επιλογή Εφαρμογής Κεφαλαίου VI Γνωστοποίηση επιλογής προαιρετικών διατάξεων

Δυνάμει του άρθρου 18 της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιλέγει να εφαρμόζει το Κεφάλαιο VI.

18.Άρθρο 19 - Υποχρεωτική και δεσμευτική Διαιτησία Επιφύλαξη

α. Δυνάμει του άρθρου 19(11) της Σύμβασης, για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 19 στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αντικαθιστά τη διετή χρονική περίοδο που ορίζεται στο άρθρο 19(1)(β) με τριετή χρονική περίοδο.

β. Δυνάμει του άρθρου 19(12) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για τους ακόλουθους κανόνες να εφαρμόζονται σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της ανεξαρτήτως των άλλων διατάξεων του άρθρου 19:

α) οποιοδήποτε ανεπίλυτο ζήτημα το οποίο προκύπτει από μία υπόθεση Διαδικασίας Αμοιβαίου Διακανονισμού και εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της διαιτητικής διαδικασίας που προβλέπεται από τη Σύμβαση, δεν υπάγεται σε διαιτησία, εάν έχει ήδη εκδοθεί δικαστική απόφαση επί του ζητήματος αυτού από πολιτικό, ποινικό ή διοικητικό δικαστήριο σε οποιαδήποτε από τις Συμβαλλόμενες Δικαιοδοσίες,

β)εάν, σε οποιαδήποτε στιγμή μετά το αίτημα για διαιτησία και πριν την υποβολή της

απόφασης της διαιτητικής επιτροπής στις αρμόδιες αρχές των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, εκδοθεί απόφαση σχετικά με το ζήτημα από πολιτικό, ποινικό ή διοικητικό δικαστήριο μίας εκ των Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών, η διαιτητική διαδικασία περατώνεται.

19.Άρθρο 23 - Τύπος Διαιτητικής Διαδικασίας α. Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 23(2) της Σύμβασης, για τον σκοπό εφαρμογής του άρθρου 23 στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το άρθρο 23(1) να μην εφαρμόζεται στις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

β. Γνωστοποίηση επιλογής προαιρετικών διατάξεων

Δυνάμει του άρθρου 23(4) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιλέγει να εφαρμόζει το άρθρο 23(5).

20.Άρθρο 24 - Συμφωνία για διαφορετική επίλυση Γνωστοποίηση επιλογής προαιρετικών διατάξεων

Δυνάμει του άρθρου 24(1) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιλέγει να εφαρμόζει το άρθρο 24(2).

21.Άρθρο 26 - Συμβατότητα

Γνωστοποίηση των υφιστάμενων διατάξεων στις Συμφωνίες

Δυνάμει του άρθρου 26(1) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία θεωρεί ότι οι ακόλουθες Συμφωνίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της επιφύλαξης σύμφωνα με το άρθρο 26(4) και περιλαμβάνουν διατάξεις που προβλέπουν διαιτησία επί ανεπίλυτων ζητημάτων που προκύπτουν από μία υπόθεση διαδικασίας αμοιβαίου διακανονισμού. Ο αριθμός του άρθρου και της παραγράφου κάθε τέτοιας διάταξης παρατίθεται ακολούθως.

22.Άρθρο 28 - Επιφυλάξεις

Επιφύλαξη όσον αφορά στο πεδίο εφαρμογής της Διαιτησίας

Δυνάμει του άρθρου 28(2)(α) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία διατυπώνει τις ακόλουθες επιφυλάξεις σχετικά με τις υποθέσεις που μπορούν να υπαχθούν σε διαιτησία σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου VI:

α. H Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου VI υποθέσεις σχετικά με τις οποίες έχει υποβληθεί αίτημα σύμφωνα με τη Σύμβαση για την εξάλειψη της διπλής φορολογίας σε περίπτωση διορθώσεως των κερδών συνδεδεμένων επιχειρήσεων (90/436/ΕΟΚ) -όπως ισχύει- ή οποιοσδήποτε μεταγενέστερου κανονισμού ή οδηγίας.

β. H Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου VI υποθέσεις που αφορούν στην εφαρμογή εθνικών αντικαταχρηστικών κανόνων.

y. H Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου VI υποθέσεις που αφορούν στοιχεία εισοδήματος ή κεφαλαίου που δεν φορολογούνται σε μία Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία επειδή δεν συμπεριλαμβάνονται στη φορολογητέα βάση σε αυτή τη Συμβαλλόμενη Δικαιοδοσία ή επειδή υπόκεινται σε εξαίρεση από τον φόρο ή μηδενικό φορολογικό συντελεστή σύμφωνα με την εσωτερική φορολογική νομοθεσία αυτής της Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας.

δ. H Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος να αποκλείει από το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου VI υποθέσεις σχετικά με τις οποίες σε βάρος του φορολογούμενου ή προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του φορολογούμενου έχει εκδοθεί οριστική καταδικαστική απόφαση από δικαστήριο για φορολογική απάτη ή άλλο ποινικό αδίκημα.

23.Άρθρο 35 - Έναρξη εφαρμογής

α. Γνωστοποίηση επιλογής προαιρετικών διατάξεων

Δυνάμει του άρθρου 35(3) της Σύμβασης, αποκλειστικά για τον σκοπό της από μέρους της εφαρμογής του άρθρου 35(1)(β) και 5(β), η Ελληνική Δημοκρατία επιλέγει να αντικαταστήσει την αναφορά σε «φορολογικές περιόδους που εκκινούν κατά ή μετά τη λήξη μίας περιόδου» με αναφορά σε «φορολογικές περιόδους που εκκινούν την ή μετά την 1Π Ιανουάριου του επόμενου έτους που εκκινεί κατά ή μετά τη λήξη μίας περιόδου».

β. Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 35(6) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το άρθρο 35(4) να μην εφαρμόζεται σε σχέση με τις Καλυπτόμενες Φορολογικές Συμφωνίες της.

24.Άρθρο 36 - Έναρξη εφαρμογής Κεφαλαίου VI

Επιφύλαξη

Δυνάμει του άρθρου 36(2) της Σύμβασης, η Ελληνική Δημοκρατία επιφυλάσσεται του δικαιώματος για το Κεφάλαιο VI να εφαρμόζεται σε μία υπόθεση που τίθεται υπόψη της αρμόδιας αρχής μίας Συμβαλλόμενης Δικαιοδοσίας πριν τη μεταγενέστερη από τις ημερομηνίες κατά τις οποίες η Σύμβαση τίθεται σε ισχύ για καθεμία από τις Συμβαλλόμενες στην Καλυπτόμενη Φορολογική Συμφωνία Δικαιοδοσίες μόνο στον βαθμό που οι αρμόδιες αρχές και των δύο Συμβαλλόμενων Δικαιοδοσιών συμφωνούν ότι αυτό θα εφαρμόζεται στη συγκεκριμένη υπόθεση.


 


Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;